Νατάσα Καρακατσάνη

Πορταίτο του Φωτογράφου
· Συνεντεύξεις // Δημοσίευση: 03 Δεκ 2012

συνέντευξη με την Νατάσα Καρακατσάνη

Η Νατάσα Καρακατσάνη γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε στο Οικονομικό Τμήμα της Νομικής Σχολής. Ζει στον Βόλο και εργάζεται στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Παράλληλα, ασχολείται με τη λογοτεχνία και τη βιβλιοκριτική. Το βιβλίο της «Ο Ήλιος είναι για όλους» έχει βραβευτεί από τον Κύκλο του Ελληνικού Παιδικού βιβλίου. Η σχέση της με τη Φωτογραφία ξεκίνησε από τα φοιτητικά της χρόνια και συνεχίστηκε εντατικά, μετά από πολύχρονη παύση, την τελευταία εξαετία. Είναι μέλος της Φωτογραφικής Λέσχης Βόλου και της ομάδας Orama.

 

Ποια ήταν η αφορμή που σε οδήγησε να ασχοληθείς με τη Φωτογραφία;

Πρωτοασχολήθηκα με τη Φωτογραφία και ιδιαίτερα την ασπρόμαυρη, όταν ήμουν φοιτήτρια. Σύντομα όμως οι προτεραιότητες στη ζωή μου άλλαξαν και η Φωτογραφία κλείστηκε σ’ ένα σκοτεινό δωμάτιο αναμονής. Την έβγαλα από εκεί πριν έξι χρόνια όταν βρήκα τον χρόνο που χρειαζόμουν να της αφιερώσω. Αφορμή ήταν μια πρόσκληση σε ομαδική έκθεση της Φωτογραφικής Λέσχης Βόλου. Επισκέφθηκα την έκθεση, μίλησα με τους φωτογράφους και αποφάσισα να γίνω κι εγώ μέλος της ομάδας. Τα υπόλοιπα ήρθαν μόνα τους.

Ποια είναι η βασική διαφορά μεταξύ της Λογοτεχνίας και της Φωτογραφίας και πόσο δύσκολη ήταν η μετάβαση από τη μια τέχνη στην άλλη;

Οι διαφορές ανάμεσα στις τέχνες έχουν να κάνουν με το εκφραστικό μέσο και όχι την ουσία. Τον τρόπο, δηλαδή, που δημιουργούνται τα έργα και όχι το περιεχόμενό τους. Ο καθένας διαλέγει το μέσο που μπορεί να χειριστεί καλύτερα, βάσει των ικανοτήτων του και «αφηγείται την ιστορία του». Γράφω από παιδί και ξεκίνησα να το κάνω από ανάγκη. Ήταν ο μόνος τρόπος να εκφραστώ με τρόπο κατανοητό και να επικοινωνήσω. Η αγάπη μου για το διάβασμα και τη Λογοτεχνία συνέβαλε στο να καλλιεργήσω αυτή την δεξιότητα μου. Η Φωτογραφία, βέβαια, πάντα με γοήτευε και αρχικά με τράβηξε λόγω της αμεσότητάς της. Όταν ξαναμπήκε στη ζωή μου πριν έξι χρόνια, δεν φανταζόμουν ότι θα μπορούσε να συναγωνιστεί το γράψιμο. Εκτός από την απόλαυση που μου έδινε, εκείνο που την έκανε να κερδίσει έδαφος ήταν ότι μου πρόσφερε μια αίσθηση ισορροπίας που την είχα ανάγκη. Αν και ήταν εξίσου μοναχική με το γράψιμο και το διάβασμα, τα οποία εκ των πραγμάτων με έκαναν να βυθίζομαι εντός για να βρω απαντήσεις στα ερωτήματά μου, η Φωτογραφία με έβγαζε στον κόσμο και με έφερνε σε άμεση επαφή μαζί του, δείχνοντάς μου ένα διαφορετικό τρόπο προσέγγισης των πραγμάτων. Πολύ γρήγορα μονοπώλησε το ενδιαφέρον μου και όταν κατάλαβα ότι ήταν μια γλώσσα με μεγάλη δύναμη και αμεσότητα βάλθηκα να την «σπουδάσω», φωτογραφίζοντας, διαβάζοντας, βλέποντας φωτογραφίες και κυρίως συζητώντας. Στην πορεία συνειδητοποίησα ότι η Φωτογραφία ήταν γλώσσα αυτόνομη και δεν χρειαζόμουν πια τις λέξεις για να αφηγηθώ μια ιστορία. Τότε εσκεμμένα αποστασιοποιήθηκα για ένα διάστημα από το γράψιμο. Ήθελα να μάθω να μιλάω φωτογραφικά χωρίς δεκανίκια. Η περίοδος της «φωτογραφικής εκπαίδευσης» δεν νομίζω να τελειώσει ποτέ. Παρόλα αυτά, τον τελευταίο καιρό έχω την εντύπωση ότι τόσο το γράψιμο όσο και η Φωτογραφία, άρχισαν να καταλαμβάνουν τον χώρο που τους ανήκει μέσα μου, χωρίς ανταγωνισμούς, όπως αξίζει σε δύο μεγάλες αγάπες.

Ποια είναι η θεματολογία που σε ελκύει περισσότερο και γιατί;

Στην αρχή φωτογράφιζα ότι μου τραβούσε την προσοχή. Γρήγορα όμως ανακάλυψα πως με μάγευε κυρίως ο άνθρωπος. Πέρασα από διάφορα στάδια ανθρωποκεντρικής φωτογραφίας, ώσπου η τύχη με έφερε μπροστά σε ένα θέμα το οποίο φωτογράφιζα και ζούσα ταυτόχρονα. Εκεί κατάλαβα ότι οι άνθρωποι με εμπνέουν όχι μόνο γιατί είναι τα πιο αξιοπρόσεχτα πλάσματα στη Γη, αλλά και γιατί μελετώντας τους φωτογραφικά ίσως καταφέρω να κατανοήσω το μυστήριο της ανθρώπινης φύσης και, μαζί μ’ αυτό, τον εαυτό μου.

Ποιες είναι οι ιδιαιτερότητες ενός φωτογραφικού θέματος σε σχέση με τη λήψη μεμονωμένων φωτογραφιών;

Θα μπορούσαμε να πούμε μεταφορικά, ότι οι μεμονωμένες φωτογραφίες είναι διηγήματα και το φωτογραφικό θέμα μυθιστόρημα. Οι πρώτες δημιουργούνται ανά πάσα στιγμή και με οποιαδήποτε αφορμή, ενώ το δεύτερο χρειάζεται μια ιδέα, ένα συγκεκριμένο τοπικό και χρονικό πλαίσιο. Οι πρώτες απαιτούν σαφώς λιγότερο χρόνο και το δεύτερο περισσότερο, χωρίς αυτό να σημαίνει κάτι που έχει σχέση με την ποιότητά τους. Αν μιλήσουμε τώρα κυριολεκτικά, οι ιδιαιτερότητες ενός φωτογραφικού θέματος νομίζω ότι εντοπίζονται στη σχέση που πρέπει να αναπτύξει ο φωτογράφος με αυτό, ώστε να το παρουσιάσει όσο το δυνατόν αρτιότερο και να αγγίξει τον θεατή. Κάτι τέτοιο, σίγουρα δε γίνεται με μια σύντομη και επιπόλαια προσέγγιση. Χρειάζεται χρόνος, μελέτη, ακόμη και προβληματισμός για το πώς θα παρουσιαστεί. Στην περίπτωση αυτή, ο παράγοντας τύχη δεν παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο, κάτι που δεν ισχύει στις μεμονωμένες φωτογραφίες. Και σαφώς, για να ξεκινήσει κάποιος ένα θέμα, θα πρέπει να τον ενδιαφέρει πολύ, να τον εκφράζει και να αφοσιωθεί σ’ αυτό.

Το 2011 ξεκίνησες ένα φωτογραφικό θέμα με τίτλο: "Στην αυλή της Χριστίνας". Πες μας λίγα πράγματα για αυτό το θέμα. Βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη;

«Η αυλή της Χριστίνας» δεν είναι για μένα ένα φωτογραφικό θέμα, είναι κομμάτι της καθημερινότητάς μου. Χάρη σ’ αυτό έμαθα να φωτογραφίζω και κατάλαβα το ρόλο που παίζει η Φωτογραφία στη ζωή των ανθρώπων. Η στιγμή που, περνώντας από τον μικρό οικισμό των Ρομά στην άκρη της πόλης, μια ομάδα παιδιών μου ζήτησαν να τα φωτογραφήσω και η απόφασή μου να τυπώσω τις φωτογραφίες και να τους τις δώσω, ήταν καθοριστικές. Έναν ολόκληρο χρόνο επισκεπτόμουν τον Οικισμό, γνώριζα τους ανθρώπους του, συζητούσα τα προβλήματά τους, έπαιζα και διάβαζα με τα παιδιά, τα πήγαινα βόλτες και σήκωνα τη μηχανή μόνο όποτε μου το ζητούσαν. Πέρασα νύχτες άγρυπνη επειδή αναρωτιόμουν τι κάνω και γιατί. Δεν με ενδιέφερε ως «εξωτικό» θέμα η ζωή των Ρομά και γι’ αυτό ποτέ δεν το είδα έτσι. Φωτογράφιζα το μέρος που περνούσα μερικές από τις πιο ευχάριστες στιγμές μου και τους ανθρώπους που συμμετείχαν σε αυτές. Τον δεύτερο χρόνο, άρχισα να φωτογραφίζω πιο ελεύθερα, αν και ήταν εξαιρετικά δύσκολο να βγάλω τις φωτογραφίες που ήθελα. Οι «παραγγελίες» ήταν πολλές, οι φωτογραφιζόμενοι αντιδρούσαν μπροστά στον φακό, τα παιδιά ήθελαν να συμμετέχω στα παιχνίδια τους και δεν υπήρχε χρόνος για να ασχοληθώ με άλλα πράγματα. Έχω συνεχώς την αίσθηση πως οι φωτογραφίες που θα ήθελα να τραβήξω στον Οικισμό δεν έχουν γίνει ακόμη. Δεν με πειράζει καθόλου όμως. «Η αυλή της Χριστίνας» θα βρίσκεται σε εξέλιξη όσο υπάρχει σε εκείνη τη θέση. Τα παιδιά μεγαλώνουν, οι νέοι παντρεύονται, κάνουν δικά τους παιδιά και εγώ θέλω να είμαι εκεί και να αποθανατίζω τις σημαντικές στιγμές τους, να τους δίνω τις φωτογραφίες και να τις κολλάνε στους τοίχους των μικρών ξύλινων σπιτιών.

Κατά την γνώμη σου ποιοι παράγοντες συντελούν στη δημιουργία μιας σημαντικής φωτογραφίας;

Οι παράγοντες είναι πολλοί. Δεν θα συμπεριλάβω σε αυτούς την τεχνική κατάρτιση, γιατί λίγο ως πολύ είναι προαπαιτούμενο. Θα έλεγα ότι χρειάζεται αντίληψη, ικανότητα διαχείρισης της τυχαιότητας, ενσυναίσθηση όταν έχουμε να κάνουμε με τη ζωή και κυρίως να είμαστε ανοιχτοί, έτοιμοι να πατήσουμε το κουμπί μόλις κάτι μας «μιλήσει», χωρίς να σκεφτόμαστε τίποτα. Τότε, θα έρθει και η σημαντική φωτογραφία.

Ο χώρος που κινείσαι φωτογραφικά είναι ο χώρος που ζεις και εργάζεσαι ή ταξιδεύεις αναζητώντας τα θέματά σου;

Η αλλαγή περιβάλλοντος πάντα μας εμπνέει. Το άγνωστο είναι πειρασμός για κάθε φωτογράφο. Φωτογραφίζω στα ταξίδια που πηγαίνω και κάποιες φορές ταξιδεύω προκειμένου να φωτογραφήσω κάτι που με ενδιαφέρει. Ωστόσο, ο χρόνος που μπορώ αυτή τη στιγμή να αφιερώσω σε ένα ταξίδι είναι λίγος και δεν φτάνει για να ξεκινήσω και να ολοκληρώσω ένα φωτογραφικό θέμα, εκτός αν είναι ταξιδιωτικό. Τον τελευταίο καιρό ασχολούμαι με θέματα μακράς διάρκειας που βρίσκονται κυρίως στον χώρο που ζω και εργάζομαι και σε μία ακτίνα που μπορώ να έχω πρόσβαση σε καθημερινή ή έστω εβδομαδιαία βάση. Έχω συνειδητοποιήσει πως το καινούριο ή το διαφορετικό δεν παίζει κανένα ρόλο στην επιτυχία ενός φωτογραφικού αποτελέσματος. Αντίθετα, όσο πιο οικείο είναι ή γίνεται ένα θέμα και όσο πιο κοντά μας βρίσκεται, τόσο περισσότερες πιθανότητες υπάρχουν να το «μεταφέρουμε» μέσα από τις φωτογραφίες μας.

Ποιες είναι οι φωτογραφικές σου επιρροές; Νιώθεις να βρίσκεις σιγά-σιγά τα πατήματά σου στην αναζήτηση ενός προσωπικού ύφους;

Ξεκίνησα να φωτογραφίζω και ταυτόχρονα να μελετώ Φωτογραφία και να βλέπω τους μεγάλους κλασσικούς φωτογράφους, τους νεώτερους, τους φωτογράφους του Magnum. Οι πρώτες μου λήψεις ήταν αυθόρμητες, χωρίς σκέψη και είχαν από πίσω μόνο την μέχρι τότε γενική οπτική και αισθητική μου παιδεία. Τα διαβάσματα, τα σεμινάρια που παρακολούθησα, οι φωτογραφίες που είδα, άφησαν τα ίχνη τους μέσα μου και σίγουρα επηρέασαν τις απόψεις μου για τη Φωτογραφία, αλλά και τον τρόπο που βλέπω. Χρόνο με το χρόνο αλλάζω κι αυτό μπορώ, εκτός από τους άλλους, να το διακρίνω κι εγώ. Κάποιες από τι εμμονές μου καταρρέουν, άλλες μένουν ακλόνητες. Κοιτάζοντας τις φωτογραφίες μου και κυρίως εκείνες που απεικονίζουν ανθρώπους, ανακαλύπτω ότι ο ρεαλισμός καταλαμβάνει μεγαλύτερο κομμάτι από τον φορμαλισμό σ’ αυτές. Ίσως γιατί, σε τέτοιου είδους θέματα, οι φωτογραφιζόμενοι με μαγνητίζουν και τους αφήνω να κυριαρχούν στις εικόνες μου, αδιαφορώντας για τα υπόλοιπα. Προσωπικό ύφος τώρα, αν υπάρχει ή όχι, θα το κρίνουν άλλοι.

Πιστεύεις πως η ενασχόληση σου με τη Φωτογραφία σε αλλάζει ως άνθρωπο;

Κάθε μέρα που περνάει, την τελευταία εξαετία, μαθαίνω κάτι καινούριο για τη Φωτογραφία, για τον κόσμο, αλλά κυρίως για μένα. Αυτό το τελευταίο μάλιστα γίνεται με έναν εντελώς αλλιώτικο τρόπο από εκείνον που είχα συνηθίσει. Δεν είναι δηλαδή προϊόν ανάλυσης επιρροών και σκέψεων το οποίο αποκρυσταλλώνεται στο μυαλό μου και κατόπιν παίρνει μορφή, αλλά κάτι που γεννιέται χωρίς να το συνειδητοποιώ, αιχμαλωτίζεται στις φωτογραφίες μου και περιμένει να το ανακαλύψω και να το ορίσω εκ των υστέρων, όταν θα τις δω και θα τις μελετήσω ως θεατής. Κάθε φορά που συμβαίνει αυτό, μένω έκπληκτη και δεν είναι περίεργο νομίζω, αφού κάθε φορά βρίσκομαι απέναντι σε ένα κομμάτι του εαυτού μου ως τότε άγνωστο. Κάπως έτσι - κοιτάζοντας τις φωτογραφίες μου - αντιλήφθηκα πρόσφατα ότι οι ιστορίες των ανθρώπων που αφηγούμαι δεν είναι παρά ψηφίδες στην αφήγηση της δικής μου προσωπικής ιστορίας κι αυτό έδωσε απάντηση σε πολλά από τα ερωτήματά μου.

Παράλληλα με το βασικό σου θέμα, υπάρχουν και άλλα που δουλεύεις αυτό τον καιρό;

Από τότε που ξεκίνησα το πρώτο μου φωτογραφικό θέμα, διάφορα θέματα εμφανίζονται ασταμάτητα μπροστά μου. Εκείνο που με απασχολεί πλέον, είναι πώς θα βρω χρόνο να τους τον αφιερώσω. Αυτή τη χρονική περίοδο δουλεύω ταυτόχρονα τέσσερα θέματα, κάποια μόνη, κάποια συνεργατικά, και προσπαθώ να θέσω σε αναμονή αρκετά ακόμη, χωρίς να ξέρω αν θα το καταφέρω.