Μάχες στις επάλξεις
Πολλές φορές βρέθηκες στην ευχάριστη θέση να αναγνωρίσεις κάτι ενδιαφέρον σε μια φωτογραφία, δική σου ή κάποιου άλλου, την οποία είχες δει ξανά και ξανά στο παρελθόν, χωρίς ωστόσο να μπορέσεις να ξεπεράσεις εκείνο το πρώτο, φαινομενικά εύκολα προσβάσιμο στάδιο του συμπλέγματος των απεικονισθέντων. Άλλες τόσες φορές, βρέθηκες στη δυσάρεστη θέση να αναγνωρίσεις την αδυναμία σου να ξεφύγεις από τη συναισθηματική προσκόλληση σε μια άλλη φωτογραφία, προσκόλληση που σε κρατούσε δέσμιο και έτοιμο να παλέψεις και να καταπνίξεις όποια διαφορετική άποψη εισέπραττες γι' αυτή. Είναι αλήθεια πολύ ενδιαφέρουσα η διαδικασία φύλαξης των υποτιθέμενων κεκτημένων σου, που πιστεύεις πως ρέουν άφθονα μέσα στο μικρό ή μεγάλο φωτογραφικό σου έργο. Σαν τη σκύλα που επιτίθεται με άγνοια κινδύνου σε οποιαδήποτε απειλή για τα κουτάβια της. Κι όμως, ήσουν εσύ ο ίδιος που ουκ ολίγες φορές καθαίρεσες από το θρόνο τους, φωτογραφίες που στο παρελθόν φάνταζαν σταθερές και ακλόνητες σαν βράχοι. Τι μεσολάβησε άραγε; Μήπως τις βαρέθηκες; Μήπως έπαψαν να σε πείθουν; Μήπως έπαψες να υπάρχεις μέσα τους ή μήπως δεν μπορείς να διακρίνεις πια τον παλιό εαυτό σου, κοιτώντας κατευθείαν στα μάτια το εξελισσόμενο είδωλό σου;
Όταν για πρώτη φορά αποφάσισες να δοκιμάσεις έναν τεμαχισμό μιας φωτογραφίας σου, στην προσπάθειά σου να βρεις απαντήσεις στα προαναφερθέντα ερωτήματα, ανακάλυψες πως η βασική της δομή αναλύεται εκ πρώτης σε τρεις συνιστώσες. Το είχες δει κάπου γραμμένο και κάτι είχε πάρει το αυτί σου να συζητάται. Η εμπειρική άποψη όμως πάντα θα ξεπερνά τη δοσμένη και σαν φρουτόκρεμα αλεσμένη τροφή.
Η Φόρμα λοιπόν, η πρώτη συνιστώσα και η πιο παραπλανητική, δεν είναι παρά εκείνος ο ιδιότυπος διάλογος που ξεκινά το Φως με τον εαυτό του. Όλη η ουσία της ιδέας του Μονισμού, δηλαδή το Ωμέγα να υφίσταται μόνο όταν το Άλφα απουσιάζει, μπορεί μεταφορικά να απαντηθεί σε αυτό που ονομάζεται Φόρμα. Το Φως συνομιλεί με την απουσία του, τη σκιά, και αυτός ο διάλογος λαμβάνει χώρα πάνω σε στερεά αντικείμενα, δημιουργώντας μια σχετικά συγκεκριμένη οπτική ενός μέρους του κόσμου, τα στοιχεία του οποίου αποκτούν διαφορετικό ρόλο από τον αρχικό, αφού μεταβαίνοντας πλέον στο φωτογραφημένο κόσμο, μέσα στο κλειστό κυκλωμα κάθε φωτογραφίας, ακολουθούν νέους κανόνες, αντιπροσωπεύουν νέα νοήματα. Εθιστική και συνάμα τόσο γοητευτική, η Φόρμα, ακόμα κι αν είναι "στείρα", έχει παρασύρει τόσους και τόσους με το λάγνο βλέμμα της, με το θεσπέσιο τραγούδι της, μετατρέποντάς τους σε αιώνιους σκλάβους της, ακόμα και αν το γνωρίζουν.
Η δεύτερη συνιστώσα απαντάται στον τρισδιάστατο χώρο με τα εν κινήσει ή "ακίνητα" στοιχεία του, πάνω στα οποία ο διάλογος του Φωτός με τον εαυτό του εκτυλίσσεται. Το Θέμα λοιπόν. Η αξιομνημόνευτη στιγμή που αξίζει να διατηρηθεί, να σχολιασθεί, να μεταδοθεί ή και να στηλιτευθεί. Η αφορμή που οδηγεί κάθε φωτογράφο να τεστάρει το εικονοπλαστικό του έσνστικτο. Η τρίτη συνιστώσα ήταν αυτή που σε έβαλε σε σκέψεις, σου δημιούργησε μπελάδες που ούτε ήθελες, ούτε καν φανταζόσουν πως θα μπορούσες να μπλέξεις.
Το Περιεχόμενο. Η παράξενη αυτή ενέργεια που μεταφέρεται από το Θέμα μέσω της Φόρμας ή του συνδυασμού και των δύο στα μάτια τουλάχιστον ενός θεατή. Για κάποιους άλλους βέβαια όπως ο Αντρέ Μπαζέν, το Περιεχόμενο και η Φόρμα είναι έννοιες ταυτόσημες, δομώντας την ενδιαφέρουσα έννοια της "Οργανικής Φόρμας", αλλά αυτή την ιστορία θα τη μελετήσεις άλλη φορά.
Μια ενέργεια λοιπόν, που η αξία της, το πρόσημό της ή το μήκος κύματός της, είναι σχεδόν αδύνατο να μετρηθεί, αλλά βρίσκεται εκεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Άν είχες τη δυνατότητα να τοποθετήσεις έναν μετρητή Γκάιγκερ σε μια περιοχή που υπάρχουν ίχνη ραδιενέργειας, θα σου έδινε μια συγκεκριμένη μέτρηση ποσοστού. Αν τοποθετούσες και άλλον ένα δίπλα ή άλλους δέκα ή ακόμα και χιλιάδες, την ίδια μέτρηση θα έπαιρνες. Όμως στην περίπτωση της ενέργειας που φαίνεται να ξεπετάγεται μέσα από κάθε φωτογραφία, κάθε θεατής μετρά το δικό του ποσοστό, το δικό του μήκος κύματος, τη δική του ένταση αυτής της απροσδιόριστης ενέργειας που τον διαπερνά. Το παράξενο και συνάμα εξαιρετικά γοητευτικό είναι πως αυτή η τρίτη συνιστώσα, το Περιεχόμενο, δεν υφίσταται κατ΄ουσίαν όπως οι άλλες δύο. Δεν έχει "φυσική" υπόσταση, ή αν έχει, αυτή βρίσκεται σε λανθάνουσα κατάσταση, σε διαρκή κίνηση μέχρι να βρεθεί τουλάχιστον ένας θεατής και να την παρατηρήσει. Σου θυμίζει λίγο τις παραξενιές της Κβαντομηχανικής έτσι δεν είναι; Δεν έχεις και άδικο. Όσο όμως κι αν το παλεύεις, όσο κι αν προσπαθείς να το κατεβάσεις και να το χωρέσεις στην κούτρα σου, καταλήγεις συνεχώς στο ίδιο συμπέρασμα. Το Περιεχόμενο δεν υπάρχει ως εγγενές στοιχείο καμίας μα καμίας εικόνας, φωτογραφίας ή άλλου έργου. Δημιουργείται κατά τη διαδικασία της ανάγνωσης και η "όψη" του εξαρτάται από την ποιότητα και την ποσότητα των "υλικών" που φέρει τη δεδομένη στιγμή, ο τυχαίος θεατής που θα βρεθεί απέναντι στο έργο. Και αν οι θεατές είναι ταυτόχρονα περισσότεροι από έναν, η δημιουργία του Περιεχομένου αρχίζει να μοιάζει με σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Ένα πλάσμα που δημιουργείται παράλληλα από πολλούς δημιουργούς, με διαφορετικές μορφές, που μπορεί να μοιάζουν κάπως ή να διαφέρουν κατά πολύ, μέσα στα μυαλά και τις καρδιές τους. Είναι εύκολο να φανταστείς τη συνέχεια. Άλλος θα έχει δημιουργήσει ένα θεσπέσιο, ένα αγγελικό πλάσμα, ενώ κάποιος άλλος ένα ανοσιούργημα. Κάποιος τρίτος θα ερωτευτεί αυτό που δημιούργησε ενώ ένας άλλος θα στρέψει το βλέμμα του αλλού, πριν το "παιδί" του σχηματοποιηθεί πλήρως. Μια παράξενη διαδικασία γεννήσεων και εκτρώσεων λαμβάνει χώρα μεταξύ Φωτογραφίας και θεατών.
Μ'αυτά και μ'αυτά, σκέφτηκες πως ίσως θα έπρεπε να μελετήσεις λίγο περισσότερο τη γενική όψη, αν υπάρχει κάτι τέτοιο, αυτού του πλάσματος που ονομάζεται Περιεχόμενο. Και να που μια ιδέα άστραψε σαν εκατό ήλιοι μέσα στο κεφάλι σου. Ο Πύργος της Βαβέλ. Θυμήθηκες την ιστορία αλλά και τις δεκάδες απεικονίσεις του. Αμέτρητα πατώματα που είναι ταυτόχρονα τόσο κοντά αλλά και τόσο μακρυά. Μια σειρά ορόφων που δεν χτίζονται βάσει σχεδίου αλλά άναρχα, χαοτικά. Κάπως έτσι χτίζεται το Περιεχόμενο, κάπως έτσι γεννιέται το πλάσμα στην καρδιά και στο μυαλό κάθε θεατή. Ο πρώτος όροφος είναι κοινός για τους περισσότερους. Είναι η απλουστευμένη απάντηση στο ερώτημα: Τι είναι αυτό που βλέπω. Μετά έρχεται ο δεύτερος όροφος, ασυναίσθητα, χωρίς βία και μετά ο τρίτος και ο τέταρτος και το χτίσιμο συνεχίζεται και συνεχίζεται με γοργούς ρυθμούς, σα να δουλεύουν αδιαμαρτύρητα χιλιάδες εργάτες, κινούμενοι από φόβο και δέος στη θεϊκή δύναμη του βασιλιά. Και όσο αυξάνονται οι όροφοι, τόσο μειώνονται οι ομοιότητές τους από πύργο σε πύργο, από θεατή σε θεατή. Γιατί συν τοις άλλοις, οι θεατές "μιλούν" διαφορετική γλώσσα, σαν τους χτίστες του πύργου της Βαβέλ. Κι εκεί που ο ένας σταματά να χτίζει, ένας άλλος συνεχίζει, ενώ ένας τρίτος τον γκρεμίζει και φεύγει μακριά χωρίς δεύτερη σκέψη. Και όλοι αυτοί οι πύργοι που τελικά θα σηκωθούν, ο καθένας στο ύψος που φτάνει βάσει της ποιότητας των υλικών του δημιουργού του τη δεδομένη στιγμή της ανάγνωσης, στοιβάζονται δίπλα-δίπλα δομώντας πολιτείες φαντάσματα. Και πάνω σε αυτούς τους πύργους, μισοχτισμένους ή ολοκληρωμένους, θεόρατους ή χαμηλούς σαν χαμόσπιτα, δίδονται οι σκληρότερες μάχες, μάχες αποδοχής ή απόρριψης, μάχες στο όνομα της καλής, της καλλιτεχνικής ή τελικά της σημαντικής φωτογραφίας.