συνέντευξη με τον Πάρι Πετρίδη
Ο Πάρις Πετρίδης είναι φωτογράφος και καθηγητής φωτογραφίας. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου ζει και εργάζεται. Έχει σπουδάσει Οικονομικά (στο Α.Π.Θ. και στο New York University) και Φωτογραφία στο University of Sunderland. Έχει λάβει μέρος σε εκθέσεις φωτογραφίας, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Έχουν εκδοθεί τα βιβλία του «Καθ’ οδόν» (Ιστός, 1998), «Γαμήλιο άλμπουμ» (Ιστός, 2002), «Σημειώσεις στην άκρη του δρόμου» (Άγρα, 2006), «Τα ρωμαίικα σχολεία της Πόλης» (Άγρα, 2007), «Εδώ: Τόποι βίας στη Θεσσαλονίκη» (Άγρα, 2012) και «Λεπτομέρειες στο κέντρο της πόλης» (Ιστός, 2016).
Από τα οικονομικά στη Φωτογραφία. Τι ήταν αυτό που σας ώθησε να ασχοληθείτε με τη φωτογραφία;
Το 1987 δίδασκα οικονομικά στη Νέα Υόρκη, δεν μου άρεσε, βαριόμουν. Ιδεώδης κατάσταση για να αρχίσεις κάτι φρέσκο. «Πλήξη είναι το πουλί που εκκολάπτει το αυγό της εμπειρίας», γράφει στον «Αφηγητή» ο Μπένγιαμιν (Walter Benjamin - Φιλοσοφία της Γλώσσας.pdf). Δεν είχα ξαναπιάσει μηχανή στα χέρια μου, μου φάνηκε σαν αποκάλυψη: έφτιαχνα ιστορίες μέσα στις τέσσερεις γωνίες του κάδρου. Μετά ήρθε η μαγεία και το χειροποίητο του σκοτεινού θαλάμου, είχα παρέα, δεν φοβόμουν. Βέβαια, εν πολλοίς, επρόκειτο για παρεξήγηση, αλλά αυτό το καταλαβαίνεις αργότερα, όταν πια έχεις εθιστεί.
Η εργασία του διδακτορικού σας είχε ως θεματική το «Τοπίο». Θα θέλαμε να μας πείτε δυο λόγια για την επιλογή σας.
Ήταν ένα διδακτορικό με βάση την δημοσιευμένη μου (έως τότε, το 2008) δουλειά. Διάλεξα το τοπίο γιατί είναι πιο φωτογραφοφιλικό είδος με μεγάλη παράδοση και επιπλέον μου έδινε την ευκαιρία να το συνδέσω με ένα άλλο είδος, το φωτογραφικό ταξίδι (βλ. «Καθ’ Οδόν»). Δεν το μετάνιωσα, έμαθα εξαιρετικά πράγματα —για την τοπιογραφία, τον εαυτό μου— αλλά εάν ήταν να αποφασίσω τώρα, θα διάλεγα τα «Σχολεία της Πόλης». Μου φαίνεται πιο ενδιαφέρουσα η φωτογραφική διαχείριση (αναπαράσταση) της συλλογικής μνήμης, του εθνικού τραύματος.
Ποιο είδος φωτογραφίας πιστεύετε ότι σας αντιπροσωπεύει;
Δεν μου αρέσει να φαίνομαι, μου αρέσει να κρύβω τη συγκίνηση μου, να μιλώ χαμηλόφωνα. Η ανέκφραστη (deadpan) φωτογραφία -η οποία, παρεμπιπτόντως, δε μου φαίνεται καθόλου ανέκφραστη- πληρεί αυτές τις συνθήκες.
Με ποια κριτήρια σταχυολογείτε ως ενδιαφέρουσα μια φωτογραφία ή μία φωτογραφική θεματική ενότητα;
Μ’ ενδιαφέρουν οι ενότητες, λιγότερο οι μεμονωμένες φωτογραφίες. Τα κριτήρια είναι πάντα προσωπικά. Δε γίνεται και αλλιώς. Βλέπουμε αυτό που ξέρουμε. Βλέπουμε αυτό που θέλουμε να δούμε (σχετ. Επέτειος - Πάρις Πετρίδης).
Υπάρχουν φωτογράφοι ή φωτογραφίες που σας επηρέασαν και βοήθησαν στη διαμόρφωση του προσωπικού σας στυλ;
Φυσικά, δεν υπάρχει παρθενογένεση. Θεωρώ όμως σημαντικότερη την συμβολή της λογοτεχνίας στη διαμόρφωση του προσωπικού μου στυλ (εάν υπάρχει). Με τις λέξεις ταξιδεύεις σε πιό άγνωστα νερά.
Η παράλληλη ενασχόληση με την εφαρμοσμένη και την καλλιτεχνική φωτογραφία είναι εύκολη ή δύσκολη υπόθεση;
Ευτυχώς που υπάρχει και η εφηρμοσμένη φωτογραφία: υπηρετούμε τους άλλους, ξεχνάμε τον εαυτό μας, δοκιμάζουμε καινούργιες τεχνικές, κερδίζουμε χρήματα.
Ποιο από τα λευκώματά σας ξεχωρίζετε και γιατί;
Τα πρώτα είναι πιο βιωματικά, τα τελευταία πιο αναστοχαστικά. Δεν τα σκέφτομαι, δεν κάνω διακρίσεις.
Υπάρχει κάτι που δεν έχετε φωτογραφίσει και θα το επιθυμούσατε;
Ανεξαρτήτως ποιότητος, η δουλειά μου ποικίλλει μορφικά, επιτελεστικά, ειδολογικά, θεματικά: Χρώμα, α/μ, όλα τα φορμά, τρίποδας, μηχανή στο χέρι, υποκειμενικό ρεπορτάζ, κοινωνικές εκδηλώσεις, φυσικό και αστικό τοπίο, νεκρές φύσεις, ατομική και συλλογική μνήμη. Σε αντίθεση με τις επαγγελματικές επιταγές, η προσωπική δουλειά είναι αυτό που λέει: προσωπική. Ό,τι επιθυμώ το κάνω.
Υπάρχουν πάντα δυο άνθρωποι σε κάθε φωτογραφία: ο φωτογράφος και ο θεατής. Πόσο σημαντικό είναι για εσάς το να αναγνωρίζεται η αξία του έργου σας και πολύ περισσότερο να νιώθετε ότι το έργο σας γίνεται κατανοητό από τους άλλους;
Φωτογραφίζω (με σειρά προτεραιότητας) για τον εαυτό μου, τους φίλους μου, το κοινό. Το τελευταίο -δεν τρέφω αυταπάτες- δεν ξεπερνά τα 500 άτομα. Κάθε αναγνώριση είναι σημαντική, σου τονώνει το ηθικό, σου δίνει ανάσες να συνεχίσεις.
Πως θα σχολιάζατε τη θέση της φωτογραφίας σήμερα στην Ελλάδα σε σχέση με το εξωτερικό; Τί πιστεύετε ότι λείπει από την Ελλάδα όσον αφορά την τέχνη της φωτογραφίας;
Δεν λείπουν οι καλοί φωτογράφοι, εφάμιλλοι με τους περισότερους αυτών που κυκλοφορούν διεθνώς. Βέβαια κανείς δεν αλλάζει το παράδειγμα του μέσου, το σήμα δίνεται πάντα από την Εσπερία, είναι η μοίρα της περιφέρειας ν’ακολουθεί. Αντιθέτως λείπουν, με ελάχιστες εξαιρέσεις, η καλή θεωρία, τα εύστοχα κριτικά κείμενα, οι ευφάνταστες επιμέλειες εκθέσεων.
Τι πιστεύετε για την φωτογραφική εκπαίδευση στην Ελλάδα; Αποτελεί δομικό στοιχείο μιας επαγγελματικής και μη καριέρας; Είναι εφάμιλλη σπουδών στο εξωτερικό;
Δεν έχω σπουδάσει στην Ελλάδα για να κάνω τη σύγκριση. Από προσωπική εμπειρία ως δάσκαλος τα τελευταία πέντε χρόνια, νομίζω πως λείπει (και γι’ αυτό ξενίζει τα παιδιά) η διακειμενικότητα, η σύνδεση δηλαδή της Φωτογραφίας με με άλλες τέχνες και επιστήμες.
Τι θεωρείτε σημαντικό ώστε να μπορέσει κάποιος να εξελιχθεί φωτογραφικά; Ταλέντο, ευφυΐα, σπουδές, βιώματα;
Σε όσα σωστά αναφέρετε, να προσθέσω και τη δουλειά.
Πιστεύετε ότι η εξωστρέφεια και η υπερέκθεση, στοιχεία που παρατηρούνται ίσως πιο έντονα απ’ ότι παλιότερα, επηρεάζουν γόνιμα την εξέλιξη του φωτογράφου;
Όχι απαραίτητα. Συνήθως, ό,τι κερδίζεται έξω, χάνεται μέσα.
Τι είναι αυτό που σας αρέσει στους νέους φωτογράφους, τι είναι αυτό που σας ενοχλεί και τι θα τους συμβουλεύατε;
Σχεδόν μισό αιώνα μετά, η συμβουλή του Winogrand —«να μην σας πέσει η κάμερα»— παραμένει αξεπέραστη από κάθε πλευρά.
Ετοιμάζετε κάτι καινούργιο αυτό το καιρό;
Κλείνοντας, τι είναι η φωτογραφία για εσάς; Καταγραφή της αλήθειας, της ζωής, αποκάλυψη υποσυνείδητης οπτικής ή απλώς ένας τρόπος επικοινωνίας; (ή και τίποτα από αυτά)
Ένας τρόπος του εκφράζεσθαι, ένας τόπος του επικοινωνείν.
Ευχαριστούμε τον Πάρι Πετρίδη για την συνέντευξη που μας παραχώρησε.