Συνέντευξη του Κώστα Ορδόλη με αφορμή την έκθεση «Μορφές και Σκιές από το θέατρο» στην Κατερίνη
«Ο φωτογράφος αναζητεί την φωτογραφική του ύπαρξη, όχι το ελκυστικό»
Φωτογραφία. Για κάποιους είναι μια στιγμή, για άλλους μια σχέση ζωής. Ο Κώστας Ορδόλης ανήκει σίγουρα στην δεύτερη κατηγορία. Τα έργα του, όσο αποτελούν εκφράσεις μιας ιδιαίτερης προσωπικής ματιάς μέσα από μια «άλλη» πρόσληψη, τόσο επιδιώκουν να φέρουν και τους θεατές τους σε αυτή την κατηγορία. Σε αυτό το πλαίσιο κινείται και η έκθεση «Μορφές και Σκιές από το θέατρο», που οδηγείται από το ομώνυμο βιβλίο και την αποτελούν αποτυπώσεις αυτής της πρόσληψης, με ζητούμενο μια «διαφορετική θεατρική φωτογραφία».
Μέσα σε αυτή τη σχέση, που μετρά τρεις δεκαετίες, η φωτογραφία ήταν το όχημα που έβγαλε τον φωτογράφο στον δρόμο, τον ταξίδεψε, τον ωρίμασε, και τον ακολούθησε στις επιλογές του. Ο Κώστας Ορδόλης δεν άλλαξε θεώρηση και μεθόδους ανάλογα με τα ρεύματα των καιρών, παρά μόνο όταν θεωρούσε ότι έκλεινε ένα προσωπικός του κύκλος κι ότι έχει βρει άλλο τρόπο για να αποδώσει το αντικείμενο της έμπνευσής του προς στο κοινό.
Σίγουρος ότι δεν θα σταματήσει τις αναζητήσεις του, αναζητώντας διαρκώς την φωτογραφική του ύπαρξη, περιορίζει το κάδρο του για να βρει τις ελευθερίες του. Η συνέντευξη που ακολουθεί με τον Αλέξανδρο Σωματαρίδη, ανοίγει την πόρτα στον κόσμο των εικόνων του Κώστα Ορδόλη μέσα από την δική του οπτική, δίνοντας παράλληλα την άποψή του για ζητήματα που απασχολούν την φωτογραφική τέχνη σήμερα και διαχρονικά.
Η έκθεση «Μορφές & Σκιές από το θέατρο» φιλοξενείται στην Γκαλερί Μάτι, στην Κατερίνη (22/3 – 14/4)
Η φωτογραφία θεάτρου αποτελεί ένα μεγάλο κομμάτι του συνόλου του έργου σας. Μέσα σε αυτό το κομμάτι συναντάμε φωτογραφίες που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν αντισυμβατικές. Είναι μια προσπάθεια απεικόνισης της θεατρικότητας των στιγμών που φωτογραφίζετε ή κάτι περισσότερο;
Η δουλειά μου αυτή συνιστά μία προσωπική προσέγγιση στην απεικόνιση των θεατρικών δρώμενων ή αλλιώς στην ανάγκη για επαναδιατύπωση του τι σημαίνει ή του τι μπορεί να σημαίνει θεατρική φωτογραφία και ποια είναι τα όρια που την καθορίζουν. Σε όλες σχεδόν τις πρόβες που φωτογράφιζα αφού κάλυπτα τις ανάγκες προβολής του συγκεκριμένου έργου (φωτογραφίες για τις προθήκες και για δελτία τύπου ), έψαχνα πάντα να βρω αυτές τις στιγμές που για μένα είχαν φωτογραφική σημασία πέρα από την πιστή φωτογραφική αναπαράσταση της διαδικασίας ανεβάσματος ενός έργου. Έτσι λοιπόν η συγκέντρωση του υλικού που συγκροτεί το βιβλίο και την έκθεση αποσκοπεί στο να δείξει πως μπορεί να είναι μια ‘’διαφορετική Θεατρική Φωτογραφία’’ που δεν εξυπηρετεί τις ανάγκες μιας παράστασης , όπως έχει γράψει παλαιότερα η επιμελήτρια Νίνα Κασσιανού , ‘’αυτή η δουλειά συνιστά μία άχρηστη Θεατρική Φωτογραφία από εμπορική και ιστορική άποψη‘’.
Έχετε περάσει πολλές ώρες δίπλα, πίσω, μπροστά από τη σκηνή. Η τριβή σας με το θέατρο έχει προσθέσει στοιχεία στην φωτογραφική οπτική σας;
Σαφέστατα. Ανάμεσα στα πολύ καλά θέατρα που έχω συνεργαστεί είχα την ευτυχία, τα τελευταία 25 χρόνια, να καλύπτω τις παραστάσεις του Θεάτρου Οδού Κυκλάδων, του Λευτέρη Βογιατζή. Θεωρώ ότι ο Λευτέρης ήταν ένας από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες της εποχής μας. Ο τρόπος που αντιμετώπιζε ένα έργο, η ανατρεπτική μέθοδος που δούλευε με τους ηθοποιούς, το βάθος της αναζήτησης της καλλιτεχνικής αξίας σε κάθε λεπτομέρεια και σε κάθε σημείο της συγκρότησης μιας παράστασης μου άλλαξε τον τρόπο που έχω μάθει να βλέπω τα πράγματα. Για αυτόν, οι ανατροπές τόσο στο θέατρο όσο και στη ζωή του ήταν απόλυτα αναγκαίες. Για παράδειγμα έλεγε στους ηθοποιούς του ‘’όταν νιώθετε ότι έχετε κατακτήσει κάτι πρέπει να το γκρεμίζετε και να αρχίζετε πάλι από την αρχή σαν να μην το έχετε γνωρίσει ποτέ’’. Εγώ μετά το βιβλίο μου ‘’ΑΘΗΝΑΙΟΙ’’ που εκδόθηκε από τον Καστανιώτη το 2000, ένιωσα ότι η ανθρωποκεντρική φωτογραφία δρόμου για μένα έχει τελειώσει. Είχα την ανάγκη να δοκιμάσω καινούργιες φόρμες, διαφορετικούς τρόπους να βλέπω τα πράγματα. Η δουλειά μου Μορφές & Σκιές από το Θέατρο ακολουθεί τη νέα μου αυτή αναζήτηση.
Οι φωτογραφίες σας από το θέατρο αναζητούν το θέμα τους στην σκιά. Είναι για αυτό το λόγο που ίσως θα έπρεπε να έχει παρακολουθήσει κάποιος την παράσταση που φωτογραφίζετε για να έρθει πιο κοντά στην ουσία της κάθε φωτογραφίας;
Το αντίθετο. Οι φωτογραφίες αυτές όπως είπα και παραπάνω δεν παραπέμπουν σε συγκεκριμένες παραστάσεις δεν εμπερικλείουν καμία καταγραφική η ιστορική αξία. Είναι μη αναγνωρίσιμες φωτογραφίες θεάτρου. Το μόνο που μπορεί κάποιος να αναγνωρίσει σε αυτές είναι η εκφραστική διάθεση και η κατεύθυνση που ακολουθεί ο φωτογράφος για να απεικονίσει τη διαδικασία ανεβάσματος ενός έργου με έναν προσωπικό και ιδιαίτερο τρόπο.
Είναι αυτή η αναζήτηση του φωτός μέσα στη σκιά ο λόγος που η ασπρόμαυρη φωτογράφηση είναι σχεδόν αποκλειστική επιλογή;
Μέχρι τότε ήμουν κατά πλείστον εραστής της Α/Μ φωτογραφίας, βέβαια για τις ανάγκες των παραστάσεων φωτογράφιζα και έγχρωμα αλλά αυτή τη δουλειά την έβλεπα μόνον ασπρόμαυρα. Δεν φωτογράφιζα με σκοπό να εκδώσω ένα βιβλίο με αυτή τη θεματική. Αναζητούσα απαντήσεις σε ερωτήματα που ανέκυπταν συνέχεια, φωτογραφικά και αισθητικά. Ο τίτλος του βιβλίου που οδηγεί και την έκθεση προέκυψε μετά την τελική επιλογή του υλικού και ενίσχυσε την τελική ιδέα.
Έχετε αποτυπώσει σπάνιες και κοινές πλευρές της ζωής της Αθήνας. Τι βλέπετε να έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια; Πόσο συχνά το ελκυστικό για τον φωτογράφο και μετέπειτα για τον θεατή της φωτογραφίας μπορεί να αποτελεί και επιλογή ζωής; Είναι το σημερινό αστικό τοπίο ελκυστικό για τον κάτοικο της πόλης;
Ο φωτογράφος κατά τη γνώμη μου είναι υποχρεωμένος να ακολουθεί τις εξελίξεις των καιρών τόσο ως προς το περιβάλλον που επιλέγει να ζει όσο και ως προς τις καλλιτεχνικές του αναζητήσεις ή ανησυχίες. Το ‘’ελκυστικό’’ δεν μπορεί να έχει διάρκεια, μόνιμη και σταθερή ερμηνεία και αντιμετώπιση. Στο παρελθόν ακουμπούσε σε κανόνες αισθητικής, κοινά αποδεκτούς και άμεσα αναγνωρίσιμους. Σήμερα οι κανόνες αυτοί έχουν ανατραπεί και έχει διευρυνθεί το πλαίσιο που τους οριοθετεί. Απλά σήμερα αναγνωρίζουμε τη σημαντικότητα ενός παλαιότερου έργου σε σχέση με την εποχή που δημιουργήθηκε. Θα ήταν αστείο να προσπαθεί να ζωγραφίζει κάποιος σήμερα σαν τον Ρέμπραντ η σαν τον Καραβάτζιο. Το ίδιο μπορούμε να πούμε και για τη φωτογραφία. Το να προσπαθείς να κάνεις φωτογραφίες ακολουθώντας τον Μπρεσσόν ή τον Φρανκ είναι πολύ βαρετό. Και μιλώντας και για τον τελευταίο ο ίδιος μετά τους AMERICANS είπε ότι ‘’εγώ τελείωσα με τη φωτογραφία’’. Οι εικαστικές παρεμβάσεις που έκανε μετά δοκιμάζοντας και αλλοιώνοντας φωτογραφικά υλικά είναι αριστουργηματικές και έχουν επηρεάσει κατά πολύ τη σύγχρονη φωτογραφία. Επομένως, όπως αναζητούμε σε μια πόλη που αλλάζει τη δική μας θέση, έτσι και στην τέχνη που αλλάζει ραγδαία οφείλουμε να αναζητήσουμε τη δική μας φωτογραφική ύπαρξη.
Ο φωτογράφος στο δρόμο, έχει στο μυαλό του και να κάνει ένα κοινωνικό σχόλιο ή αυτό έρχεται μόνο όταν συνδυάζεται με μια εικόνα που τον ικανοποιεί αισθητικά;
Το κοινωνικό σχόλιο απο μόνο του δεν έχει αξία εάν δεν ακολουθείται απο μια πολύ ξεκάθαρη φωτογραφική γλώσσα που να το συγκροτεί . Η εικόνα έχει τα χαρακτηριστικά ενός κειμένου. Υπάρχει αντίστοιχη φωτογραφική αλφαβήτα, κοινή σε όλους, το θέμα που εγείρεται είναι πως την χρησιμοποιεί ο καθένας για να συνθέσει το σχόλιο που θέλει να κάνει για αυτό που βιώνει. Υπάρχουν φωτογραφίες που αναπαράγονται όπως τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων ή όπως οι αρχικοί τίτλοι των δελτίων ειδήσεων που αντέχουν για λίγες ώρες και υπάρχουν φωτογραφίες όπως και κείμενα που έχουν αλλάξει τον κόσμο.
Τι σας έχει μείνει από τα χρόνια που φωτογραφίζετε; Υπάρχει κάτι που να έχει επιφέρει αυτή η εντατική ενασχόληση στο βλέμμα σας;
Βλέπω τα πράγματα και τη ζωή μου μέσα απο ένα φωτογραφικό κάδρο. Όλα ασυνήδειτα μπροστά μου συγκροτούνται ακολουθώντας τον ρυθμό των αγαπημένων φωτογραφικών μου φορμών. Ακόμη και στον ύπνο μου τα όνειρά μου ακολουθούν τις συνήθεις σε μένα φωτογραφικές συντεταγμένες. Δεν μπορώ να μην μνημονεύσω αυτό που έλεγε ο αγαπημένος μου φωτογράφος Garry Winogrand ‘’φωτογραφίζω για να δώ πως είναι ο κόσμος φωτογραφημένος"
Φωτογραφία δρόμου, στην Αθήνα και σε πολλές άλλες πόλεις, πορτραίτα, θέατρο μέσα στο εύρος του έργου σας μπορεί κανείς να βρει πλήθος στοιχείων. Υπάρχει κάποιο χαρακτηριστικό που διαπερνά το σύνολο του έργου σας;
Θα απαντήσω περιφραστικά: Είμαι φωτογράφος δρόμου, φανατικός θα έλεγα. Φωτογραφίζω παράλληλα και τη ζωή μου. Αλλά όπως δεν θέλω τα πράγματα που κάνω στη ζωή μου να με κάνουν να βαριέμαι έτσι και αυτά που φωτογραφίζω θέλω να αλλάζουν συνέχεια και να με προκαλούν σε νέες αναζητήσεις. Ο φίλος μου Λευτέρης Βογιατζής έλεγε: ‘’όσο περιορίζω το κάδρο μου τόσο πιό ελεύθερος νιώθω‘’ και εγώ περιορίζοντας τα μέσα που χρησιμοποιώ και τους χώρους που κινούμαι φωτογραφικά προσπαθώ να ανακαλύψω τις ελευθερίες μου.
Τι βλέπετε να φέρνει το φωτογραφικό σας μέλλον; Που θα στραφεί στο επόμενο διάστημα ο φακός σας;
Έχω δύο δουλειές έτοιμες για εκδοση. Η μία, ασπρόμαυρη, είναι συλλεκτική θα εκδοθεί μόνο σε 25 αντίτυπα και είναι τυπωμένη και επιμελημένη από εμένα. Και η άλλη, με τον τίτλο WonderWall είναι μια προσέγγιση της σύγχρονης πραγματικότητας στην Αθήνα μέσα από τμήματα αφισών που είναι αναρτημένες στους τοίχους των Εξαρχείων, όπου ζω και είναι η πρώτη μου έγχρωμη δουλειά. Την ίδια στιγμή με απασχολεί πολύ ποιά θα είναι η νέα μου αναζήτηση η οποία όσο μεγαλώνω και το κάδρο των επιλογών μου περιορίζεται, γίνεται όλο και δυσκολότερη, απαιτητικότερη.
Ο Κώστας Ορδόλης γεννήθηκε στην Καλαμάτα το 1954. Ασχολείται με τη φωτογραφία περισσότερο από 30 χρόνια. Η πορεία του καθορίζεται, τα πρώτα εικοσιπέντε χρόνια, από δύο κατευθύνσεις, τη φωτογραφία δρόμου και τη φωτογραφία από το θέατρο. Την περίοδο 1990-2000 συνεργάστηκε με περιοδικά της εποχής καθώς και με τις πιο ποιοτικές θεατρικές σκηνές της Αθήνας.
Η δουλειά του έχει εκτεθεί στην Ελλάδα και το εξωτερικό, η φωτογραφία του από το θέατρο εκτιμάται ιδιαίτερα στην Ιταλία όπου έχει φιλοξενηθεί σε πολλά φωτογραφικά φεστιβάλ. Έχουν εκδοθεί περισσότερες από επτά μονογραφίες του και φωτογραφίες του υπάρχουν σε πολλά προγράμματα θεατρικών σκηνών και θεατρικών φεστιβάλ.
Σημαντικοί σταθμοί στη φωτογραφική του πορεία είναι: έκθεση φωτογραφίας «Αττική – Αγγελικό και Μαύρο Φώς», όταν το 2000 το Μουσείο Μπενάκη, στην Κουμπάρη στο Κολωνάκι, ακολούθησαν «Οι Αθηναίοι», εκδόσεις Καστανιώτης» (2001), «Εκεί που δεν φτάνει το μάτι του θεατή», έκδοση-παραγγελία του Φεστιβάλ Αθηνών (2003), «Το Αιγαίο», ομαδική έκθεση με έντεκα Έλληνες φωτογράφους, την οποία επιμελήθηκε ο ίδιος.
Το 2009 μεγάλη του έκθεση για το θέατρο φιλοξενήθηκε στο Φεστιβάλ Αθηνών, με ταυτόχρονη παρουσίαση του βιβλίου του «Μορφές & Σκιές από το Θέατρο» που τυπώθηκε από τις εκδόσεις Άγρα. Στη συνέχεια η ίδια έκθεση έγινε στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης.
Κώστας Ορδόλης - Μορφές και Σκιές από το Θέατρο
Εγκαίνια: 22 Μαρτίου, ώρα 20:30
Διάρκεια: 22 Μαρτίου – 14 Απριλίου 2018
Επιμέλεια οργάνωσης: Γιάννης Ευθυμιάδης
Χώρος - Διεύθυνση: Γκαλερί ΜΑΤΙ, Αβέρωφ 4 - 60100 Κατερίνη
Τηλ: 2351031275 - www.e-mati.g - b-mati@hotmail.gr