ο ανθρώπινος εγκέφαλος και οι ανάγκες της φωτογραφίας
Σνφμύωα με μια έυρενα στο Πισήναπιμετο του Κμτρπιαιζ, δεν πεαίζι ρλόο με τι σριεά ενίαι τοθοπεμετενα τα γταμάμρα μσέα σε μια λξέη, αεκρί το πώτρο και το ταελείτυο γάμρμα να ενίαι στη στωσή θσέη. Τα υλοπιόπα μροπούν να ενίαι σε τχίυεας θιέεσς και μροπετίε να δαβαιάεστε τις λιεξές χρωίς πλβημόρα. Ατυό γνίταει γαιτί ο απρώνθονις εκέγλφοας δεν δαεβζιάι γάμρμα γάμρμα κθάε λξέη αλλά την λξέη σαν σνύλοο.
Ατίπτσυεο ε ;
Γιατί να μην είναι το ίδιο και για τη φωτογραφία;
Όταν ο δημιουργός μίας έκθεσης δεν έχει φροντίσει επισταμένως για την ορθή γραμματική και σύνταξή της, όλα τα εκθέματα μπορούν να διαβάζονται με τον ίδιο παραπάνω τρόπο, επιφανειακά, διορθωτικά. Αυτός που αφήνει κενά, ας ξέρει ότι ενδέχεται να εισπράξει αυτόματη διόρθωση. Ο κάθε ένας από εμάς (σαν επισκέπτης ή θεατής μίας έκθεσης) είτε είναι σωστά αρθρωμένη, είτε, και κυρίως τότε, δεν είναι, την διαβάζει και την συμπληρώνει κατά το δοκούν, σύμφωνα με αυτά που έχει μέσα του. Κοιτά μόνο την αρχή και το τέλος της κάθε εικόνας και προσθέτει το νόημα που νομίζει αυτόματα ο εγκέφαλος ότι ήθελε να εκφράσει ο φωτογράφος. Όλοι ξέρουμε, υποτίθεται, τον γύρω μας κόσμο και άρα, μπορούμε αυτόματα να διορθώνουμε τους λάθος αναγραμματισμούς του καλλιτέχνη, τα τυπογραφικά σφάλματα της εικόνας. Γίνονται διορθώσεις (από το φτωχό μας το μυαλό) ακόμα και εκεί που δεν θα έπρεπε, εκεί που κάποιο λόγο έχει ο δημιουργός για αυτή την δήθεν ανωμαλία.
Αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους πολλές εκθέσεις μας φαίνονται ίδιες και άνευ ενδιαφέροντος, γιατί τις διορθώσαμε μέσα μας, όπως ο αυτόματος ξέρει. Μέχρι να συζητήσουμε αυτά που είδαμε ή νομίσαμε πως είδαμε με κάποιον έξω από εμάς. Μπαίνουμε κάπου μόνοι και βγαίνουμε, μόνοι. Γυρίζουμε σπίτι και ένα κενό μέσα μας. Η επίσκεψη χαμένος χρόνος, ανέμπνευστος. Ήταν; Φταίει η έκθεση και η ανεπάρκεια του καλλιτέχνη ή η μοναξιά μας; Δίχως έναν καλό συνομιλητή στα περί τέχνης, δύσκολα θα απαντήσουμε, γιατί τα περισσότερα πάνε χαμένα, τα διόρθωσε το φτωχό μας το μυαλό, κατά πως εκείνο ξέρει. Τα ερωτήματα και οι ανατροπές παράγονται εξωγενώς ευκολότερα και ένας καλός συνομιλητής μπορεί, ίσως, να τα διατυπώσει.
Χρειάζεται πολύς κόπος, πολλή σκέψη για να βαδίσουμε πέραν αυτού του διορθωτικού αυτοματισμού, για να βαδίσουμε σε πεδία ανεξερεύνητα από την έως τώρα γνώση μας. Απαιτείται συνεχής αγώνας για κριτική τοποθέτηση επί παντός. Ένα καλό εργαλείο για αυτό τον σκοπό είναι ο διάλογος ισότιμων ελεύθερων συνομιλητών.
Αυτός είναι ο λόγος που πιστεύω, πως η οικειοθελής ένταξη σε ομάδες κοινού θεωρητικού και φιλοσοφικού καλλιτεχνικού ενδιαφέροντος μόνο θετικά στοιχεία μπορεί να προσδώσει. Ο λόγος μας οικοδομείται και οικοδομεί, αρθρώνεται καθώς χρειάζεται να αρθρωθεί, βελτιώνεται καθώς βελτιώνει, διατυπώνει απόψεις καθώς ερωτάται και ερωτά καθώς απαντά. Τα συμπόσια της κλασσικής Ελλάδας είναι μια σχολή επ αυτού. Και η πιο ιερή αλήθεια θα πρέπει, σαν έλθει η ώρα, να αποδείξει την ιερότητά της, θα είναι υποχρεωμένη, σαν χρειαστεί, να απαντήσει πειστικά στα ερωτήματα που την αμφισβητούν.
Η εξέλιξη της φωτογραφίας στην Ελλάδα του 21ου αιώνα έχει μεγάλη ανάγκη από έναν βαθύ και συνεχή διάλογο για την ουσία της, ένα διάλογο μεταξύ ισότιμων εμπλεκομένων. Ας μην μείνει τίποτε όρθιο και εκτός έρευνας, να μην βρίσκεται τίποτε στο απυρόβλητο ή το περιθώριο. Και φυσικά, σε αυτόν το διάλογο δεν συμμετέχουν μόνο φωτογράφοι. Αυτοί υπάρχει ο κίνδυνος να διορθώνουν μόνοι τους τα λάθη σύμφωνα με τον παραπάνω αυτοματισμό.
Και η τέχνη δεν θέλει αυτοματισμούς.