AVANGUARDIA RUSSA 1910-1930

αφίσα έκθεσης
· Εκθέσεις · Βενετία // Δημοσίευση: 25 Mar 2015

έκθεση για τη ρωσική πρωτοπορία με αριστουργήματα της συλλογής Κωστάκη στη Villa Manin στη Βενετία

«Ρωσική Πρωτοπορία 1910-1930. Αριστουργήματα της συλλογής Κωστάκη» και το ταξίδι της συλλογής Κωστάκη του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης συνεχίζεται στο εξωτερικό, με επόμενο σταθμό, μετά το Palazzo Chiablese στο Τορίνο, την ιστορική Villa Manin, στα περίχωρα της Βενετίας. H έκθεση εγκαινιάστηκε στις 6 Μαρτίου με μεγάλη επιτυχία και θα διαρκέσει έως τις 28 Ιουνίου 2015.

Μια επιλογή 300 έργων τέχνης και αρχειακού υλικού από τη συλλογή του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης στη Θεσσαλονίκη, πίνακες και σχέδια των σημαντικότερων καλλιτεχνών της Ρωσικής Πρωτοπορίας (Μαλέβιτς, Ποπόβα, Ρότσενκο, Ροζάνοβα, Ελ Λισίτσκι, Στεπάνοβα, Τάτλιν κ.ά.), έργα σε καμβά, γκουάς και ακουαρέλες, έγγραφα, φωτογραφίες, βιβλία, περιοδικά, αποκόμματα εφημερίδων και ταινίες από το αρχείο Κωστάκη, καθώς και μια ομάδα σχεδίων κονστρουκτιβιστικής αρχιτεκτονικής- δίνουν την ευκαιρία στο Ιταλικό κοινό να έρθουν σε γνωρίσουν μεγάλα κινήματα της Ρωσικής Πρωτοπορίας, (από τον Νεο-Ιμπρεσιονισμό και τον Συμβολισμό στον Κυβοφουτουρισμό, Σουπρεματισμό και Κονστρουκτιβισμό).

Την έκθεση επιμελούνται η Μαρία Τσαντσάνογλου, διευθύντρια του ΚΜΣΤ και ειδική στην μελέτη της περιόδου της ρωσικής πρωτοπορίας και η Αγγελική Χαριστού, επιμελήτρια της συλλογής Κωστάκη στο ΚΜΣΤ. Τον αρχιτεκτονικό και μουσειογραφικό σχεδιασμό έκανε το γραφείο SPARCH (Ρένα Σακελλαρίδου – Μόρφω Παπανικολάου).

Η έκθεση υποστηρίχθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού της Ιταλίας και την Περιφερειακή Διεύθυνση Πολιτισμού της περιοχής Friuli-Venezia Giulia και διοργανώθηκε με τη στενή συνεργασία του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης της Θεσσαλονίκης. Φέρει την αιγίδα του Υπουργείου Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων της Ελλάδας και του Δήμου Θεσσαλονίκης. Συνοδεύεται από κατάλογο των Εκδόσεων Skira με κείμενα του John E. Bowlt, της Αγγελικής Χαριστού, της Nicoletta Misler και της Μαρίας Τσαντσάνογλου.

Την έκθεση εγκαινίασαν από ιταλικής πλευράς η Debora Serracchiani, Αντιπρόεδρος του δημοκρατικού κόμματος της Ιταλίας και Πρόεδρος της αυτόνομης περιοχής Friuli-Venezia Giulia, παρουσία του Προέδρου της Villa Manin, Piero Colucci και του Διευθυντή Antonio Giusa. Εκ μέρους του ΚΜΣΤ μίλησαν η διευθύντρια Μαρία Τσαντσάνογλου και το μέλος του ΔΣ και θυγατέρα του συλλέκτη, Αλίκη Κωστάκη.

Στην έκθεση παρουσιάζονται πολλά έργα-ορόσημα της ρωσικής πρωτοπορίας, όπως το φωβιστικής τεχνικής «Πορτρέτο» του Καζιμίρ Μαλέβιτς (1910), η «Γυναίκα που Ταξιδεύει» της Λιουμπόβ Ποπόβα (1915), ένα σπάνιο παράδειγμα κυβιστικής και φουτουριστικής σύνθεσης, ο «Εκφραστικός Ρυθμός» του Ρότσενκο, ένας πίνακας του 1943-44 κατασκευασμένος με σταγόνες και πιτσιλιές χρωμάτων, ο οποίος αναπόφευκτα προκαλεί την σύγκριση με τον μεταγενέστερο χρονικά αφηρημένο εξπρεσιονισμό του Τζάκσον Πόλλοκ καθώς επίσης και το πρωτότυπο τμήμα φτερού της πτητικής μηχανής «Λετάτλιν», ενός από τα πιο τολμηρά και ουτοπικά έργα τέχνης του 20ου αιώνα που δημιουργήθηκε το 1932 από τον Βλαντίμιρ Τάτλιν.

Την πρώτη παρουσίαση της συλλογής Κωστάκη στην Ιταλία κάλυψαν με εκτενείς αναφορές και άρθρα η Ιταλική Τηλεόραση και πολλές εφημερίδες, μεταξύ άλλων η Corriere della Sera, η La Stampa, η Repubblica και η Messaggero-Veneto που δημοσίευσαν πολυσέλιδα αφιερώματα.

Μια σειρά από παράλληλες δράσεις (κινηματογραφικά αφιερώματα, συναυλίες, ξεναγήσεις και ομιλίες) θα πραγματοποιηθούν καθόλη τη διάρκεια της έκθεσης και με κορύφωση την περίοδο μετά τα εγκαίνια της Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης της Βενετίας.

 

Ο Γιώργος Κωστάκης και η συλλογή του έργων ρωσικής πρωτοπορίας.

Ο Γιώργος Κωστάκης γεννήθηκε στη Μόσχα το 1913 σε ελληνική οικογένεια. Εργάστηκε ως οδηγός στην ελληνική πρεσβεία μέχρι το 1940 και μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο άρχισε να εργάζεται ως προϊστάμενος τοπικού προσωπικού στην καναδική πρεσβεία. Το 1946 άρχισε να συλλέγει μεθοδικά έργα ρωσικής και σοβιετικής πειραματικής τέχνης από τις αρχές του 20ού αιώνα έως τη δεκαετία του 1930 με αποτέλεσμα να περισώσει από την καταστροφή αυτό το ζωτικής σημασίας κεφάλαιο στην ιστορία της τέχνης. Συναντήθηκε με τους καλλιτέχνες που ήταν ακόμα ζωντανοί και ήρθε σε επαφή με τις οικογένειες και τους φίλους αυτών που είχαν πεθάνει και δημιούργησε μια μοναδικής αξίας συλλογή, η οποία μέχρι το 1977 βρισκόταν στο διαμέρισμά του στην Λεωφόρο Βερνάτσκι της Μόσχας. Το σπίτι του λειτουργούσε σαν ένα άτυπο ιδιωτικό μουσείο μοντέρνας τέχνης, ήταν ένα σχολείο για τη νεότερη γενιά και ένας φιλικός τόπος συνάντησης διανοούμενων, καλλιτεχνών και προσωπικοτήτων από όλο τον κόσμο. Ο Ίγκορ Στραβίνσκι, ο Μαρκ Σαγκάλ, ο Ενρί Καρτιέ-Μπρεσόν, η Νίνα Καντίνσκι, ο Έντουαρτ Κέννεντι και ο Ντέιβιντ Ρόκφελερ ήταν μεταξύ των επισκεπτών. Το 1977 ο Γιώργος Κωστάκης έφυγε από τη Σοβιετική Ένωση αφήνοντας ένα μέρος της συλλογής του στην Κρατική Πινακοθήκη Τρετιακόφ. Έζησε για ένα χρόνο στη Ρώμη και στη συνέχεια μετακόμισε στην Αθήνα, όπου και πέθανε το 1990. Το 2000, το ελληνικό Υπουργείο Πολιτισμού αγόρασε 1277 έργα από τη συλλογή του, που αποτέλεσαν τον πυρήνα των συλλογών του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης στη Θεσσαλονίκη. Ήταν το σπάνιο ένστικτό και η τυχαία συνάντησή του με έναν πίνακα ζωγραφικής της Όλγας Ροζάνοβα το 1946 που οδήγησαν τον Γιώργο Κωστάκη στην απόφαση να δημιουργήσει μια συλλογή έργων ρωσικής πειραματικής τέχνης των αρχών του εικοστού αιώνα, και ως εκ τούτου να διασώσει αυτή τη σημαντική περίοδο της τέχνης του 20ου αιώνα από την καταστροφή και τη λήθη. Για σχεδόν τρεις δεκαετίες συγκέντρωνε μεθοδικά ό,τι σχετίζεται με την περίοδο της ρωσικής πρωτοπορίας: πίνακες ζωγραφικής, σχέδια, αλλά και αρχειακό υλικό, συμπεριλαμβανομένων εγγράφων, βιβλίων και φωτογραφιών. Δεν ήταν μια εύκολη επιλογή. Όπως ο ίδιος ο Κωστάκης αναφέρει στην αυτοβιογραφία του, «στους κύκλους των συλλεκτών της Μόσχας, είχα ένα ψευδώνυμο που δεν ήταν πολύ κολακευτικό: Ήμουν ο τρελλός Έλληνας που συλλέγει άχρηστα σκουπίδια».

Μόνο στη δεκαετία του 1980, όταν ο Κωστάκης εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα, η συλλογή έγινε παγκοσμίως γνωστή χάρη, κυρίως, στην ιστορική έκθεση της το 1981 στο Μουσείο Γκούγκενχαϊμ της Νέας Υόρκης, όπου για πρώτη φορά η συλλογή συντηρήθηκε και καταλογογραφήθηκε. Με αφορμή αυτή την έκθεση η επιμελήτρια Μαργκίτ Ρόουελ, έγραψε στον κατάλογό της ότι «όταν άνοιξαν τα κιβώτια της συλλογής, και είδε τα έργα, αντιλήφθηκε ότι η ιστορία της εικαστικής πρωτοπορίας πρέπει να ξαναγραφτεί».

Η συλλογή Κωστάκη αντιπροσωπεύει όλες τις περιόδους και τις τάσεις της ρωσικής πρωτοπορίας και σχεδόν όλους τους καλλιτέχνες και συμβάλει ουσιαστικά στην κατανόηση του μεγάλου αυτού αισθητικού φαινομένου του 20ού αιώνα. Υπάρχουν ορισμένες ενότητες στη συλλογή, όπως ο μεγάλος αριθμός των έργων της Λιουμπόβ Ποπόβα, η οποία πέθανε πρόωρα το 1924, του Ιβάν Κλιούν, φίλου του Μαλέβιτς, ο οποίος πρότεινε τη δική του εκδοχή σουπρεματιστικής τέχνης και του Γκούσταβ Κλούτσις που επιχειρεί να συνδυάσει τη ζωγραφική και την αρχιτεκτονική με μια σειρά έργων που ονομάζει «αξονομετρικά σχέδια».

Σημαντικό μέρος της συλλογής περιλαμβάνουν τα πολλά έργα του Σολομών Νικρίτιν, καλλιτέχνη της δεύτερης γενιάς της πρωτοπορίας και ιδρυτή του κινήματος του προβολισμού, τα έργα των αδελφών Έντερ που βοηθούν στην κατανόηση των εφαρμογών στην τέχνη της θεωρίας για την τέταρτη διάσταση και της οργανικής σχέσης ανάμεσα στην τέχνη, τη φύση και τη βιολογία. Ακόμη, βασική θέση στη συλλογή έχουν τα πρώιμα ζωγραφικά έργα του Αλεξάντρ Ρότσενκο, μιας ηγετικής φυσιογνωμίας του κινήματος του κονστρουκτιβισμού, τα οποία φιλοτεχνήθηκαν στο διάστημα από το 1919 ως το 1921. Αξιομνημόνευτη είναι και η συλλογή πορσελάνης από καλλιτέχνες όπως ο Νικολάι Σουέτιν, ο Νάταν Άλτμαν αλλά και ο Βασίλι Καντίνσκι, καθώς και η συλλογή βιβλίων που έχουν σχεδιαστεί από διάφορους καλλιτέχνες της ρωσικής πρωτοπορίας, όπως ο Μαλέβιτς, η Ποπόβα, ο Φιλόνοφ, η Ρόζανοβα και ο Κλούτσις και αποδεικνύουν τις προσπάθειες των καλλιτεχνών της πρωτοπορίας να ενταχθούν στην διαδικασία της μαζικής παραγωγής.