έκθεση φωτογραφίας της Γκλόρυ Ροζάκη στην Γκαλερί 24
«Το άλλο τοπίο», είναι ο τίτλος της έκθεσης φωτογραφίας της Γκλόρυ Ροζάκη, που παρουσιάζεται από τις 24 Φεβρουαρίου, στις 8 το βράδι, στην Γκαλερί 24, στο Κολωνάκι. Η έκθεση περιλαμβάνει φωτογραφίες που προέρχονται από δουλειά περίπου δέκα ετών και περιλαμβάνονται στη δίγλωσση έκδοση που θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις ΟΛΚΟΣ με τον ίδιο τίτλο (Το Άλλο Τοπίο, Τhe Other Landscape).
Η Γκλόρυ Ροζάκη γεννήθηκε στην Αθήνα. Αποφοίτησε από τις σχολές κλασσικής φιλολογίας και ιστορίας των Πανεπιστημίων της Αθήνας και της Γενεύης. Σπούδασε φωτογραφία στην Σχολή Δημιουργικής Φωτογραφίας της Λωζάνης. Παρακολούθησε τα σεμινάρια φωτογραφίας του Φωτογραφικού Κύκλου και συμμετείχε σε ομαδικές του εκθέσεις. Δημοσίευσε επίσης σειρά άρθρων στο περιοδικό Φωτοχώρος του Κύκλου με θέμα τη δουλειά ξένων γνωστών φωτογράφων. Δίδαξε φωτογραφία επί έξη χρόνια στη Σχολή Φωτογραφίας των ΤΕΙ Αθήνας.
Η πρώτη της ατομική έκθεση έγινε το 1998 στη Γκαλερί 24 στην Αθήνα. Φωτογραφίες της έχουν δημοσιευτεί στα βιβλία Πορτραίτα Δρόμου, Εκδόσεις Φωτοχώρος, Μικρή Σειρά, Αθήνα 1997, και Όταν οι Δρόμοι, με κείμενα της Μαρίας Ευσταθιάδη, Εκδόσεις Ολκός, Αθήνα 1998. Στο Στρασβούργο, όπου ζει τα τελευταία δώδεκα χρόνια, ασχολείται παράλληλα με την ψυχανάλυση και είναι μέλος του εκεί Κλινικού Τμήματος της Σχολής του Φροϋδικού Αιτίου.
Η φωτογράφος περιγράφει το υλικό που παρουσιάζεται στο ΑΛΛΟ ΤΟΠΙΟ ως εξής: «Παλιότερα φωτογράφιζα κυρίως ανθρώπους αλλά δεν διαθέτω πια το αναγκαίο μείγμα αθωότητας και αυθάδειας που απαιτείται. Το ενδιαφέρον μου για τους ανθρώπους δεν είναι πια φωτογραφικό. Το βλέμμα μου έλκεται περισσότερο από τη μη κίνηση (ακινησία ενός τοπίου, σιωπή ενός χώρου, ενίοτε κάποια μοναχική ανθρώπινη παρουσία) παρά από την βουή του δρόμου που όσο κι αν την απολαμβάνω, δεν επιθυμώ να την φωτογραφίσω. Είναι μια επιλογή χαμηλών τόνων. Προσεγγίζει τον κόσμο χωρίς πολλές τεχνικές ή άλλες σημαντικές παρεμβάσεις. Τίποτα ωστόσο δεν αποκλείει μια μεταστροφή μου στο μέλλον προς άλλες κατευθύνσεις. Συχνά ανακαλύπτει κανείς, όχι χωρίς κάποια έκπληξη, ότι ακόμα και διαφορετικοί τρόποι φωτογράφισης από αυτούς που μας είναι οικείοι και αγαπητοί, μπορούν να οδηγήσουν σε εικόνες αναμφισβήτητης γοητείας. Για την ώρα, πάντως, νοιώθω ότι αυτό το είδος της φωτογραφίας που υπηρετώ προσφέρεται περισσότερο από άλλα, ενδεχομένως, στο μετασχηματισμό του πραγματικού, στην δημιουργία ενός puzzle ανοιχτού στη διαίσθηση των άλλων.Στους ιλιγγιώδεις ρυθμούς του σημερινού κόσμου όπου ζούμε κατακλυσμένοι από πληροφορίες, εικόνες και μηνύματα, ίσως η φωτογραφία χαμηλών τόνων αποτελεί μια απαραίτητη παύση, μια στιγμή συγκέντρωσης, διαλογισμού και, γιατί όχι, σιωπής.»