φωτογραφικό λεύκωμα του Δημήτρη Μυτά από τις εκδόσεις Μεταίχμιο
Όταν ο γνωστός αμερικανός φωτογράφος Ervin Gowin αναρωτήθηκε που θα έβρισκε ένα μέρος στον κόσμο που θα τον ενδιέφερε, πραγματικά, να φωτογραφίζει, κατάλαβε ότι η οικογένεια του ήταν εκεί και είχε το μεγαλύτερο ενδιαφέρον για αυτόν.
Βεβαίως στην ιστορία της φωτογραφίας υπάρχουν πάμπολλα παραδείγματα φωτογράφων που αφιέρωσαν, μεταξύ άλλων θεμάτων, ένα μεγάλο μέρος του έργου τους στη απεικόνιση της οικογένειας, και του ευρύτερου οικογενειακού περιβάλλοντος τους, παρότι ακολούθησαν τελείως διαφορετικές φωτογραφικές τάσεις.
Από τους πρωτοπόρους της φωτογραφίας Jacques Henri Lartigue, Αlfred Stieglitz, Harry Callahan ως τον Lee Friedlander, Nicholas Nixon κ.α – που θεωρούσαν τη φωτογραφία ένα εργαλείο ερμηνείας του κόσμου, ανάγνωσης και έκφρασης των όσων συνέβαιναν γύρω τους, μέχρι τους νεότερους Tina Barney, Philip-Lorca di Gorcia, Nan Goldin, Larry Sultan κ.α – που ανέτρεψαν τις προηγούμενες συμβάσεις και διερεύνησαν, όχι τον κόσμο γενικά αλλά τον εσωτερικό πυρήνα του μικρόκοσμου τους, όλοι τους συνέβαλλαν στην εξέλιξη της ιστορίας της φωτογραφίας αφού με τον ιδιαίτερο τρόπο τους κατέγραψαν προσωπικές ιστορίες που έγιναν δημόσιες εικόνες.
Ο Δημήτρης Μυτάς ανήκει περισσότερο στην παλαιότερη γενιά των φωτογράφων που πίστευαν ότι ο κόσμος είναι γεμάτος εικόνες και το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να περιπλανηθείς στους δρόμους του, και οι σκηνές όχι μόνο αποκαλύπτονται μπροστά σου αλλά σε προκαλούν να εμπλακείς, να καταβυθιστείς μαζί τους σε ένα ταξίδι αστείρευτης αναζήτησης.
Το βιβλίο του Μυτά που τιτλοφορείται «Μηδέν Δέκα» αποτελεί ένα προσωπικό ημερολόγιο, μια βιωματική προσέγγιση του μεγαλώματος των παιδιών του την τελευταία δεκαετία και ταυτόχρονα αποκαλύπτει τη δεκαετή φωτογραφική εξέλιξη της οπτικής του. Πρόκειται ουσιαστικά «για μια δυναμική αναφορά στην παιδική ζωή μέσα από την διττή ματιά του παρατηρητή φωτογράφου/πατέρα» όπως ο ίδιος αναφέρει.
Οι συνηθισμένες σκηνές της καθημερινής συνύπαρξης με τα παιδιά, που όλοι οι γονείς βιώνουν, αποτελούν την πηγή έμπνευσης του, για τη δημιουργία ενός κόσμου παιδικού, διφορούμενου και ονειρικού με οπτικά σύμβολα και αναφορές που πηγάζουν από την μακρόχρονη φωτογραφική του παιδεία.
Ο Μυτάς φωτογραφίζει την ανέμελη και αισιόδοξη, πολλές φορές κωμική παιδική ηλικία. Σε μερικές κοντινές λήψεις τα σώματα των παιδιών και οι εκφραστικές κινήσεις τους γεμίζουν το κάδρο και δημιουργούν πολύ ενδιαφέροντα παιχνίδια φόρμας, ενώ σε κάποιες άλλες συνδυάζει πόζες και χειρονομίες με τις διαθέσιμες γεωμετρίες του περιβάλλοντος χώρου: η αλλόκοτη κίνηση του μικρού με το φως δίπλα του να διαλύει τη συνοχή του δαπέδου, οι πτυχώσεις του σεντονιού στο κρεβάτι που διαπερνούν διαγώνια το σώμα του μωρού, οι συσχετισμοί της εικόνας όπου η ανεμελιά της παιδικής έκφρασης ταράζεται από την σκληρότητα του ακανθώδους κάκτου, ή η κίνηση του σώματος του Κωστή στην παραλία εναρμονισμένη με τις γραμμές του ορίζοντα.
Σε κάποια άλλα πλάνα το σώμα και η έκφραση της γυναίκας/μάνας χρησιμοποιείται ως περίγραμμα για να ορίσει το βάθος της εικόνας και να προσδώσει μια ατμόσφαιρα θαλπωρής, γαλήνης και προστασίας.
Η φυσική και συναισθηματική εγγύτητα με την οικογένεια του, η αποδοχή της μοναδικότητας αυτής της σχέσης αποτυπώνεται μέσα στο χρόνο με σύντομες φωτογραφικές φράσεις που αναδεικνύουν τη δυναμική της φωτογραφικής γλώσσας να μεταμορφώνει ακόμη και τις πιο απλές αναμνηστικές οικογενειακές στιγμές.
Το έργο του Μυτά συνιστά έναν ακόμα φόρο τιμής στην παιδική ηλικία και μας αποκαλύπτει ότι χρησιμοποιώντας το μέσον που σε εκφράζει για να δηλώσεις τα συναισθήματα και το θαυμασμό που τρέφεις για αυτή, αναπόφευκτα, θα σε οδηγήσει σε μια ενδιαφέρουσα καλλιτεχνική κατάληξη που είναι άξια αναγνώρισης και βαθύτερης ερμηνείας.
Οι επηρεασμοί του είναι εμφανείς και προέρχονται από τη παιδεία που έχει χτίσει κατά τη διάρκεια της πολύχρονης ενασχόλησης του με τη φωτογραφία: από τον Stieglitz μπορούμε να πούμε ότι δανείστηκε την αισθητική προσέγγιση στο αντικείμενο, από τον Callahan τις επιμελημένες, τυπικές, προσεκτικά μελετημένες συνθέσεις σε συνδυασμό με το τυχαίο φωτογραφικό στιγμιότυπο, από τον Meatyard τον δελέασαν οι κινήσεις των σωμάτων και η άχρονη πραγματικότητα του, ενώ από τη Sally Mann ανέσυρε την αισθαντικότητα του παιδικού σώματος και την άμετρη αφθονία αυτής της ηλικίας.
Τα μέσα έκφρασης του Μυτά είναι καθαρά φωτογραφικά. Η αναζήτηση του συντίθεται από κώδικες «παραδοσιακά» ισχυρούς που έχουν συμβάλλει στο χτίσιμο της ιστορίας της φωτογραφίας και που ακόμη φωτίζουν τις μοντερνιστικές αξίες της. Ο Μυτάς, στο Μηδέν Δέκα μας μιλάει περισσότερο για τη φωτογραφία των παιδιών του και λιγότερο για τα παιδιά του τα ίδια αποφεύγοντας οποιονδήποτε σχολιασμό της οικογενειακής του κατάστασης. Αυτό άλλωστε τον διαφοροποιεί από τη σύγχρονη τάση που μιλά για άρνηση του φωτογραφικού «χαρίσματος», και ταυτόχρονα ενισχύει και αναδεικνύει την ιδεολογική προσέγγιση του θέματος και τη κριτική ενδοσκόπηση του οικογενειακού περιβάλλοντος που κάνει συμμέτοχο το θεατή.
Νίνα Κασσιανού
Εκδότης: Μεταίχμιο
ISBN: 978-960-501-597-8
Σελίδες: 104
Ημερομηνία έκδοσης: 2011