έκθεση φωτογραφίας του Rémi Ochlik στη γκαλερί M55 projects
Στα πλαίσια της 3ης διοργάνωσης του φεστιβάλ φωτορεπορτάζ της Αθήνας "Visa pour l’image Αθήνα" η Γκαλερί M55 φιλοξενεί την έκθεση φωτογραφίας του Rémi Ochlik, "IP3 Press".
Άνοιξη 2004. Ο Mark Grosset, διευθυντής της σχολής Icart-Photo, μας καλεί να γνωρίσουμε το έργο ενός από τους μαθητές του στα πλαίσια της εργασίας του για το τέλος της ακαδημαϊκής χρονιάς: Αϊτή. Καταπληκτική!
Αν και πρώτη απόπειρα, είναι ένα ώριμο έργο το οποίο προβλήθηκε στο Campo Santo την τελευταία μέρα του φεστιβάλ αποδεικνύοντας ότι το φωτορεπορτάζ είναι επίκαιρο. Ακολούθησε το Κονγκό, η Αϊτή ξανά, καθώς και η Τυνησία, Αίγυπτος και Λιβύη. Ο Rémi Ochlik ακολουθούσε την Αραβική Άνοιξη.
Στις 22 Φεβρουαρίου, η πορεία του διακόπηκε αναπάντεχα. Χτυπήθηκε κατά τη διάρκεια βομβαρδισμού του καθεστώτος του Bashar el-Assad στην πόλη Homs. Μαζί του ήταν και η Marie Colvin των Sunday Times.
Στις 22 Φεβρουαρίου, το φωτορεπορτάζ έχασε μια από τις πιο ελπιδοφόρες μορφές του και τώρα του αφιερώνουμε – δικαίως – αυτή την έκθεση.
«Χειρότερα και από τα ναρκωτικά, ή οι αναμνήσεις ενός νεαρού ρεπόρτερ.»
«Το 4x4 όχημα κατευθύνεται αναπόφευκτα προς το μπλόκο. Προσευχόμαστε ότι μπορούν να διαβάσουν την επιγραφή ¨Διεθνής Τύπος¨ πάνω στο όχημα. Τα στόματα μας είναι ήδη στεγνά, ανάβουμε ένα τσιγάρο που δεν έχει γεύση, μόνο μας καίει το λαιμό. Η πόρτα του αμαξιού ανοίγει και σέρνεσαι έξω από το αμάξι με ένα αυτόματο όπλο στο κεφάλι σου. Σκέφτεσαι την οικογένεια σου, την κηδεία σου και ένα σωρό άλλα πράγματα άσχετα με την κατάσταση. Το χειρότερο είναι τα μάτια τους: κόκκινα και άψυχα σαν γυάλινα. Είναι εντελώς χαμένοι από τη χρήση κρακ, ικανοί για όλα και, κυρίως, για το χειρότερο. Μας απευθύνονται στα κρεόλικα τα οποία δεν καταλαβαίνουμε. Ο σωματικός έλεγχος είναι βίαιος, το όπλο σημαδεύει ακόμα το κεφάλι. Ψάχνουν για όπλα. Ένας από αυτούς μας χειρονομεί να επιστρέψουμε στο αμάξι, αλλά οι υπόλοιποι δεν συμφωνούν. Φωνάζουν και αρχίζουν να καυγαδίζουν μεταξύ τους χρησιμοποιώντας ραβδιά. Είμαστε τρομοκρατημένοι. Είμαστε είκοσι χρονών και δεν θέλουμε να πεθάνουμε. Θα δίναμε τα πάντα για να είμαστε κάπου αλλού, κάπου μακριά, για να μην είχαμε έρθει ποτέ σε αυτό το μέρος. Επιτόπιο ρεπορτάζ? Σπουδαία υπόθεση…! Για ποιόν? Γιατί? Κανείς δε δίνει σημασία σε αυτό το ξεχασμένο νησί. Θα μπορούσαν να σκοτωθούν όλοι μεταξύ τους και ο υπόλοιπος κόσμος δεν θα έδινε καμία σημασία. Αλλά είμαστε εδώ και είμαστε βουτηγμένοι στα σκατά. Με την παραμικρή λεπτομέρεια το όπλο θα μπορούσε να εκπυρσοκροτήσει και εμείς θα είμαστε χαμένοι. Έπειτα ακολουθεί μια έκρηξη και τα αυτιά μας μοιάζουν έτοιμα να εκραγούν. Δεν ακούμε τίποτα. Μια απόσταση υπάρχει μεταξύ του εγκεφάλου, της σκέψης και του έξω κόσμου, σαν να βρισκόμαστε μέσα σε φυσαλίδα. Τα στόματα τους κινούνται αλλά δεν βγαίνει ήχος. Ο ηλίθιος που πυροβόλησε φαίνεται ευχαριστημένος με τον εαυτό του. Τώρα όμως έχουν καταφέρει να συμφωνήσουν και μπορούμε να φύγουμε..
Είμαστε χλωμοί σαν νεκροί, εμβρόντητοι, αλλά έχουμε καταφέρει να περάσουμε. Η αδρεναλίνη πέφτει και τα νεύρα χαλαρώνουν. Ξεσπάμε σε γέλια, ένα παράξενο γέλιο, αλλοπρόσαλλο και ανεξέλεγκτο. Οι χτύποι της καρδιάς επανέρχονται στο κανονικό όταν, στον ορίζοντα, διακρίνουμε ένα νέο μπλόκο... Αυτό το απόγευμα, κατά την επιστροφή μας από τα βόρεια του νησιού, στον δρόμο από το Saint-Marc για το Port-au-Prince, περάσαμε συνολικά έξι πανομοιότυπα μπλόκα. Πάνω από τρεις ώρες για 5 μόλις χιλιόμετρα…
Σκέφτεσαι την παραδοξότητα, τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές. Μόλις ζήσαμε μερικές τρομακτικές στιγμές κατά τη διάρκεια των οποίων θα δεχόμαστε να πουλήσουμε τις γιαγιάδες μας προκειμένου να είμαστε μακριά από αυτά τα σκατά, κι όμως, τη στιγμή σχεδόν που έχουμε γλυτώσει από αυτή την κατάσταση, υπάρχει μόνο ένα πράγμα που θέλουμε να κάνουμε. Το μυαλό μας στριφογυρίζει σε μία και μόνο ιδέα, να γυρίσουμε πίσω, ξανά και ξανά, να νοιώσουμε και πάλι αυτή την δυνατή δόση αδρεναλίνης. Ο πόλεμος είναι χειρότερος από τα ναρκωτικά. Κατά τη διάρκεια, είναι ένα άσχημο ταξίδι, ένας εφιάλτης, αλλά τη στιγμή που όλα τελειώνουν, όταν ο κίνδυνος έχει απομακρυνθεί, το μόνο που επιζητείς είναι να ξαναγυρίσεις εκεί, να βγάλεις φωτογραφίες και να ριψοκινδυνεύσεις τη ζωή σου. Για το τίποτα, η αλήθεια είναι. Είναι μια δύναμη ακατανόητη που σε ωθεί πάντα, καλώντας σε να γυρίσεις πίσω..»
Rémi Ochlik, 2004