Κώστας Μπαλάφας

ασπρόμαυρη φωτογραφία, λίμνη, τρεις βάρκες και ψαράδες
· Παρουσιάσεις Φωτογράφων · Αθήνα // Δημοσίευση: 24 Φεβ 2013

παρουσίαση-αφιέρωμα του Κώστα Μπαλάφα στο Ash In Art

Την Τετάρτη 27 Φεβρουαρίου 2013 στις 19:00 στην αίθουσα σινεμά του Ash In Art, τo μηνιαίο Φωτόραμα ανιχνεύει την ασπρόμαυρη ιστορία του Κώστα Μπαλάφα και την Ιστορία των νεώτερων χρόνων του μεταπολέμου

Ο Κώστας Μπαλάφας, (1920-2011) ήταν γιος φτωχών αγροτών από το χωριό Χόσεπτη Τζουμέρκων Άρτας. Σε πολύ μικρή ηλικία, μόλις δέκα χρόνων, ήρθε στην Αθήνα και αναγκάστηκε να δουλέψει σκληρά για να επιβιώσει. Ο ίδιος λέει «Πρώτα κατέβηκα από το χωριό μου στην Άρτα… Όπως όλα τα παιδιά που ήρθαν από εκεί, δεν είχα δει πολιτισμό. Έκπληκτος είδα για πρώτη φορά φώτα που δεν τα έσβηνε ο αέρας και η βροχή».
Ο πόλεμος του 1940 και η Κατοχή που τον συνόδευσε, βρήκαν το γνωστό φωτογράφο στα Γιάννινα και μόλις άρχισαν να δημιουργούνται και να αναπτύσσονται τα αντιστασιακά κινήματα στην Ήπειρο και προσχώρησε στις τάξεις του ΕΑΜ. Ο ίδιος αποκαλύπτει,

«Εκείνο τον καιρό είχα αρχίσει να ασχολούμαι ερασιτεχνικά με τη φωτογραφία και έτσι μου δόθηκε η ευκαιρία να καταπιαστώ και με την απεικόνιση του Αγώνα. Στον καιρό της κατοχής σπάνιζε το φωτογραφικό υλικό ή ήταν σε τιμές απρόσιτες στη μαύρη αγορά. Είχα όμως την καλή τύχη να μου έρθει κυριολεκτικά από τον ουρανό. Τις πρώτες μέρες του πολέμου τα αντιαεροπορικά μας είχαν χτυπήσει ένα ιταλικό αεροπλάνο την ώρα που βομβάρδιζε την πόλη. Στα συντρίμμια του βρέθηκε και ένα κουτί με αεροπορικό φιλμ, τύπου FERRANIA CAPELLI. Ο άνθρωπος που το βρήκε μου το πούλησε για λίγες οκάδες καλαμποκάλευρο (ήταν τα μέσα της τότε συναλλαγής). Από το υλικό αυτό γέμιζα μπομπίνες και φωτογράφιζα τον Αγώνα»

Μελετώντας το φωτογραφικό υλικό του Μπαλάφα, που καλύπτει αυτήν την περίοδο, διαπιστώνουμε την πολυσήμαντη κατάθεση του δημιουργού στο κοινό ταμείο της Ιστορίας. Πρόκειται για φωτογραφίες – ντοκουμέντα, μια αψευδής μαρτυρία των γεγονότων που σημάδεψαν την χώρα κοινωνικοπολιτικά. Αναφέρονται στις εφιαλτικές αναμνήσεις από τη δικτατορία του Μεταξά, τον πόλεμο του ’40, τους βομβαρδισμούς, την κατοχή, τις εκτελέσεις, τις αγχόνες, τους εμπρησμούς, την πείνα, την αντίσταση, την απελευθέρωση, το αντάρτικο και σκηνές από συσσίτια, γιορτές, ομιλίες κ.α. Η παρουσία του στα βουνά μαζί με τους αντάρτες, ήταν γι’ αυτόν το ξεκίνημα μιας νέας ζωής. Μπροστά στα μάτια του φάνταζαν ως ημίθεοι, ήταν οι άνθρωποι που στερούνταν τα πάντ... έτοιμοι όμως πάντα να θυσιαστούν για τη λευτεριά και την αξιοπρέπεια του λαού. Ήταν άνθρωποι απλοί, αλλά με βαθιά σκέψη, νέοι στην πλειοψηφία τους, αλλά και ηλικιωμένοι.
Ο ίδιος ο Μπαλάφας αναφέρει:

«Θαυμαστή υπήρξε η κοινωνική οργάνωση στις ανταρτοκρατούμενες περιοχές. Όλα τα εγκληματικά στοιχεία εξαφανίστηκαν. Άλλοι εξοντώθηκαν κι άλλοι αναγκάστηκαν να πειθαρχήσουν στην έννομη τάξη… και το κυριότερο μέσα στις γραμμές του ΕΑΜ δημιουργήθηκαν συνειδητοί πολίτες με γνώση και υπευθυνότητα, που ξέρουν ν’ αγωνίζονται και να θυσιάζονται για την πατρίδα και τα πανανθρώπινα ιδανικά, ελευθερία και κοινωνική δικαιοσύνη, κι ακόμα να πρωτοστατούν σε κάθε ανώτερη εκδήλωση του δημόσιου βίου, πολιτική, κοινωνική, επιστημονική, και να μπαίνουν μπροστάρηδες στους αγώνες του λαού για μια ανθρωπινότερη ζωή».

Είναι γεγονός, ότι το φωτογραφικό έργο του Κώστα Μπαλάφα, «Το Αντάρτικο στην Ήπειρο», που εξέδωσε ο ίδιος το 1991, αποτελεί μια μοναδική μαρτυρία που μας κληροδοτεί ο άξιος μαχητής και δημιουργός. Παρουσιάζει τις κινήσεις των Πρωτοκαπεταναίων, αλλά και τη ζωή του απλού αντάρτη, αποσπώντας φωτογραφικά στοιχεία για τη δράση του, την αγωνία, την αβεβαιότητα, ενώ ταυτόχρονα αφήνει να αποκαλυφθεί μια αδιόρατη και ασχημάτιστη αρκετές φορές ελπίδα, αισιοδοξία και ικανοποίηση, αλλά και κάποια δειλή αίσθηση νοσταλγίας για ότι έχουν απαρνηθεί για να βρεθούν στο επίκεντρο του αγώνα.
Αντικρίζοντας το σημαντικό αυτό φωτογραφικό υλικό ξαναζούμε τα χρόνια εκείνα. Δεν είναι τυχαίος ο χαρακτηρισμός του Κώστα Μπαλάφα, ως κορυφαίου φωτογράφου κοινωνικού προβληματισμού. Ο ίδιος τονίζει ότι τις εικόνες τις διαμορφώνει πρώτα στο μυαλό του.

«Λέω πάντα στους νέους: διαβάστε λογοτεχνία, ποίηση, σχηματίστε στο μυαλό σας ιδεατές εικόνες και τότε σίγουρα θα βρείτε το δρόμο σας. Διαφορετικά ο θεατής δεν θα τις προσέξει. Πρέπει να κρύβουν κάτι μέσα τους, κάποιο συναίσθημα κάτι που σας άγγιξε βαθιά, μια διεργασία του νου και της καρδιάς. Μόνο έτσι θα προκύψει η ιδανική εικόνα»

Η δουλειά του Μπαλάφα είναι κυρίως βιωματική, παρουσιάζοντας εμπειρίες προσωπικές με βαθύ κοινωνικό προβληματισμό. Σημαντική είναι η συμβολή του στην καταγραφή σκηνών από την καθημερινή πάλη του λαού για την επιβίωσή του, αφενός γιατί ο λαός είναι ο κύριος πρωταγωνιστής των φωτογραφιών του, αφετέρου γιατί σ’ αυτόν κυρίως απευθύνεται το έργο του. Εκτός λοιπόν, από την χρησιμοποίησή του ως ανεξάντλητη πρώτη ύλη, αποτελεί ταυτόχρονα τον τελικό αποδέκτη, δίνοντας έτσι την εικόνα της διαγραφής ενός πλήρη κύκλου. Η Ελλάδα μέσα από το φακό του Μπαλάφα δεν είναι γραφική, υπηρετώντας στείρα τουριστικές ανάγκες, ούτε επιδερμικά ιστορική. Η καταγωγή του από την Ήπειρο όξυνε την ευαισθησία του στην καταγραφή του καθημερινού αγώνα του Έλληνα για επιβίωση....
Είναι γνωστό ότι η Ήπειρος ζούσε πάντοτε το πρόβλημα του ξενιτεμού, αφού η κακοτράχαλη και άγονη γη δεν μπορούσε να προσφέρει στους κατοίκους της τα απαραίτητα για την επιβίωσή τους. Ο φωτογράφος με την ευαίσθητη και έντονα προβληματισμένη ιδιοσυγκρασία, στρέφει το φακό του στην Ηπειρώτισσα γυναίκα, που ουσιαστικά ασκούσε τη διαχείριση των οικονομικών της οικογένειας και ήταν υπεύθυνη για την ανατροφή των παιδιών της... Στη φορτισμένη εκείνη εποχή, ό,τι φωτογραφίζει γύρω της στοιχειώνεται σε σύμβολο. Το μνήμα υπογραμμίζει την οριστική και θανάσιμη απώλεια, ο λασπωμένος δρόμος τον δύσκολο αγώνα της, το μαύρο των ρούχων – εκτός από το προφανές του θανάτου – το λιτό και σοβαρό της ζωής της....
Οι πρωταγωνιστές των εικόνων του Μπαλάφα είναι στωικοί, βουβοί στις εκφράσεις του προσώπου και στις χειρονομίες, σημαδεμένοι πάντοτε από τις κακουχίες που προκάλεσε ο πόλεμος. ...
Τραγική είναι η φιγούρα της μάνας , που με πρόσωπο θλιμμένο θρηνεί το θάνατο της αγελάδας της. Είπε στον φωτογράφο: «Έχω επτά παιδιά. Τα ζούσα με αυτήν την αγελάδα. Αν πέθανε ένα δεν θα στεναχωριόμουν τόσο».
Ο βαθύς αυτός βιωματικός προβληματισμός, που αποπνέεται από το φωτογραφικό έργο του Μπαλάφα, δεν αντιμετωπίζεται με τρόπο επιφανειακό ή επιδερμικό. Αντίθετα, η αμεσότητα των θεματικών του επιλογών και το έντεχνα απλό κάδρο του, αποκαλύπτουν τη δυναμική σημειολογία των σκηνών που καταγράφει. Έχει πλήρη επίγνωση της ιστορικής και κοινωνικοπολιτικής αξίας του έργου του, γι’ αυτό διακρίνουμε την πρωταγωνιστική και πάντοτε κυρίαρχη θέση του ανθρώπου μέσα σ’ αυτό. Ο ίδιος λέει χαρακτηριστικά:

«… θα εξακολουθούμε εμείς οι φωτογράφοι να απαθανατίζουμε βαρκούλες και ηλιοβασιλέματα, ενώ βλέπουμε γύρω μας ένα λαό που υποφέρει; Διοχέτευσα λοιπόν, εκεί όλη τη φωτογραφική μου δράση. Πρόκειται για μια στάση ζωής»

Ένας επίσης, βασικός προβληματισμός του είναι η αποδυνάμωση της γνήσιας παράδοσης και η επακόλουθη αντικατάστασή της με εφήμερα και εισαγόμενα πρότυπα πολιτισμού. Την αγωνία του αυτή την εκφράζει διαρκώς σε συζητήσεις του με νεότερους φωτογράφους ή σπουδαστές του φωτογραφικού χώρου. Γι’ αυτόν η παράδοση «μοιάζει με το ένστικτο των ταξιδιάρικων πουλιών που βρίσκουν αλάνθαστα το δρόμο τους στον ουρανό και φθάνουν ημερολογιακά στον προορισμό τους. Είναι η βάση τους. Και σ’ αυτή τη βάση, την παράδοση, πρέπει να στηριχθούμε γιατί είναι δέντρο με βαθιές ρίζες. Κοίταξε τους καλλιτέχνες που ακούμπησαν σ’ αυτήν, τον Χατζιδάκι, τον Θεοδωράκη… Οι άλλοι χάθηκαν».

Η έντονη ποιητική και καλλιτεχνική ευαισθησία του Κώστα Μπαλαφα, εντοπίζεται και στην φωτογραφική καταγραφή των Μετεώρων, που κράτησε σχεδόν είκοσι χρόνια. Μέσα από το έργο αυτό κατάφερε να συνενώσει αρμονικά, σ’ ένα μοναδικό σύνολο, την πνευματική και κατανυκτική ατμόσφαιρα του ιερού αυτού τοπίου με την τέχνη και τις αισθητικές ιδιαιτερότητες της ασπρόμαυρης φωτογραφίας. Ο ίδιος ευλαβικός προσκυνητής, υμνεί το ελληνικό στοιχείο απεικονίζοντας καθημερινά γεγονότα του μοναστηριακού χώρου και της ζωής των κατοίκων των γύρω περιοχών, έχοντας ως φόντο συνήθως το άνυδρο, επιβλητικό βραχώδες τοπίο.
Εκτός όμως από δεινός φωτογράφος, υπήρξε και κινηματογραφιστής. Στη ΔΕΗ (Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού), δούλεψε για αρκετά χρόνια, μεταπολεμικά, καταγράφοντας ορισμένα έργα της και ξεκινώντας ταυτόχρονα μια άλλη αγαπημένη του δραστηριότητα, την κινηματογράφηση. Στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης του 1960, η ΔΕΗ έκανε για πρώτη φορά πειραματικές εκπομπές τηλεόρασης, χρησιμοποιώντας ως κάμεραμαν τον Κώστα Μπαλάφα. Με τα ίδια μηχανήματα που χρησιμοποιήθηκαν τότε, έστησαν, πέντε χρόνια μετά, το πρώτο κανάλι της ΕΙΡΤ... Μέσα από το έργο του καταδεικνύεται ότι αυτήν την αρχή υπηρέτησε με πείσμα και συνέπεια σε όλη την δημιουργική του διαδρομή. (Δρ. Γρηγόρης Βλασσάς, Καθηγητής πρώτης βαθμίδας ΤΕΙ Αθήνας, τμήματος Φωτογραφίας και Οπτικοακουστικών Τεχνών, μέλος ΣΕΠ του Ε.Α.Π.)

Εισηγητής ο Κίμων Αξαόπουλος, καθηγητής φωτογραφίας,
Οργάνωση αρχείου Τάσος Μενεμενόγλου, εικαστικός
Η εκδήλωση διαρκεί 2 ώρες.